Ακούραστα, μια αλεπού δεν βλέπει απεραντοσύνη κι αχανή ουρανό με το χαμηλό προφίλ της· στέκει ακίνητη εκεδά - πίσω από την πέτρα που δεν μαρτυρά την μυστική ταφή και το μαρμαρωμένο αλάφιασμα του αδικοχαμένου κι ας ακούγεται ακόμα κάτω από τα πόδια της. Κοιτά τον κινδυνο, μ' όλους τους στολισμένους καβαλάρηδες που απ' το μεσαιωνικό τους κάστρο, με καραμούζες, άλογα κι αγριεμένα κυνηγόσκυλα, ξεχύθηκαν στην εξοχή για να την καταδιώξουν μακρυά απ' το τσιφλίκι τους, διασκεδάζοντας αριστοκρατικά αν την ξεσκίσουν σε κομμάτια με τα δόντια τους οι σκύλοι, και αγνοώντας την διαφορά του τρόμου της απ' την αταραξία του ομοιώματός της στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας, κι αν είναι άσπρο και γλυκό - σαν και της μάνας τους - της αλεπούς το γάλα που βυζαίνουν τα μικρά της...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου