Τα νέφη βελούδινα, δίχως λεκέδες, σαν να ’ταν σεντόνια σε άγρυπνη κλίνη θεού
Δεν αγγίζουν τα λέπια των βραχονησίδων, όπου η άπνοια εγκυμονεί πυρετό
Καθώς σβήνουν οι αφροί απ' τα δόντια του βράχου
Ενώ οι κυήσεις της θάλασσας τερματισμένες
Χαράζουν με απόνερα μιαν ατραπό
Αργοκίνητου χρόνου
Και σμίγουν με τους στεναγμούς
Των πνιγμενων στην ρότα ενός καραβιού
Φορτωμένου με ανείπωτες παραδοχές... Μα κοντά,
Δίχως άσματα ή θρηνωδίες, εκεί, στο σημείο που έπεσε ο Ίκαρος
Κι είχε αγκαλιάσει τον βράχο με τ' άψυχο σώμα του,
Τώρα, με μια τελεσφόρα διαύγεια βλέπεις
Διάσπαρτα κόκκινα πέταλα
Από τριαντάφυλλα, και πώς μπορεί ν' αναιρούν
Την κυανή μοναξιά του θαλασσοπουλιού που ξοριάστηκε
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου