Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναξια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μοναξια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Ο Υπνοβάτης


Tony Matelli's Sleepwalker (Credit: Timothy A Clary/AFP/Getty Images)


Στο πλήθος,  χαμένος
Και μόνος ανάμεσα σ' άλλα μυρμήγκια
Ακούω της πόλης το βόμβο.  Τρελή μηχανή -
Δηλητήριο τα χνώτα της, με χτυπά στα μηνίγγια...
Ξαφνικά, προχωρώντας σαν όλους τους άλλους με βιάση
Αντικρίζω ένα τύπο σε μια στάση στριφνή -

Ειν' ακίνητος και πετρωμένος
Η αβουλία του έχει παγώσει στο χώρο
Κι εστιάζει με ορθάνοικτα μάτια, μα η ματιά του κενή.
Η αδράνειά του  ίσως να είναι γι αυτόν θείο δώρο
Και αναρωτιέμαι τι άραγε να 'ναι αυτό που έχει χάσει
Άλλο απ' τον  μπούσουλά του...  Κάποια επιθυμία στερνή;

Με το σώβρακο μόνο, θυμίζει φακίρη
Που έχει απλώσει τα χέρια, μα είναι  υπνοβάτης.
Στην πλατεία αδιάφορα ο κόσμος  να τον προσπερνά
Με το βλέμμα  αυτού που, στη σκέψη ακαμάτης -
Αν και οι ίδιος στου Ερμή την ανάδρομη φάση -
Ένα θέαμα βλέπει· απορία δεν γεννά!

Των πιστών τον θεό ή των σκλάβων τον κύρη
Κρύβει μεσ' στη νεκρότητα όπου έχει  αποδράσει
Ετούτος. Το σώμα του αδύναμο, τα άκρα φτενά -
Πριν την ώρα του μοιάζει σαν νά 'χει γεράσει
Τη ζωντάνια σαν κάποιοι να του έχουν ληστέψει
Και τον χρόνο του νά 'χει πουλήσει φτηνά...

Μα τι νόημα έχει;
Λέει κάτι αυτό και για μένα, που σαν τον χωριάτη
Εξηγώντας θα πω: "ένα άγαλμα είναι,  και δίχως μυαλό";
Μα είμαι θαρρώ σαν κι ετούτο τον πρώην διαβάτη
Που δεν ξέρει κανείς, που κανένα δεν  ξέρω
Που αν και δεν είν' αστείος, τον θωρώ και γελώ...

Έχει αρχίσει να βρέχει
Ομπρέλα δεν εχω, μα ευάλωτος νιώθω
Καθώς στην εικόνα του κόσμου ανοίγουν κενά
Κι όπως στέκομαι κάτω απ' το στέγαστρο  κλώθω
Μιαν αμφιβολία: μήπως από παραίσθηση τώρα υποφέρω
Κι είμαι εγώ ο υπνοβάτης που δεν πάει πουθενά;

***

Ξέρεις πού πηγαίνεις; Αυτό είναι το είδος ενός τολμηρού υπαρξιακού ερωτήματος που ένα μεγάλο έργο τέχνης μπορεί να θέσει, και σαν τέτοιο τέθηκε αυτή την εβδομάδα από μια φωτογραφία που σίγουρα είναι ανάμεσα στις πιο ανησυχητικά παράξενες, που σαν ιός κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα. Η εικόνα που δείχνει έναν φαλακρό μεσήλικα άνδρα, φορώντας μόνο ένα ξεχειλωμένο σώβρακο, που υπνοβατεί επικίνδυνα με τα χέρια απλωμένα, σαν ζόμπι μέσα στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Αυτό που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό στην φωτογραφία δεν είναι, κατά ειρωνεία της τύχης, η επισφάλεια της κωματώδους κατάστασης του υπνοβάτη, αλλά η αδιάφορη αντίδραση εκείνων, πάνω στους οποίους ο ίδιος φαίνεται πως μπορεί να πέσει στα τυφλά.

Αυτό που εμείς, ως καταναλωτές της εικόνας, δεν συνειδητοποιούμε μέχρι να διαβάσουμε τη συνοδευτική λεζάντα, είναι πως ο επισφαλής υπνοβάτης δεν είναι πραγματικά ένα ανθρώπινο ον, αλλά ένα χάλκινο γλυπτό σε φυσικό μέγεθος, ζωγραφισμένο από τον καλλιτέχνη Tony Matelli, από το Μπρούκλιν, γνωστό για τα προκλητικά υπερ-ρεαλιστικά έργα του. Το έργο του Matelli ήταν παραγγελία για εμφάνιση στο δημόσιο πάρκο του Μανχάταν [Manhattan public park High Line] ως συμμετοχή σε μια νέα έκθεση, με τίτλο Wanderlust, που εξερευνά θέματα ταξιδιωτων, προσκυνητών και περιπατητών. Με την εστίαση σε μία φιγούρα, της οποίας η φυσική και γνωστική κατάσταση φαίνεται να είναι εκτός τόπου και χρόνου, ο Matelli προκαλεί τους παρατηρητές να προβληματιστούν σχετικά με το πόσο καλά συγχρονισμένες είναι οι πράξεις τους με τις αρχές τους. Με τον τρόπο αυτό, ο ίδιος απηχεί απροσδόκητα την υπνωτική δύναμη ενός από τα πιο μυστηριώδη έργα ζωγραφικής του 19ου αιώνα: Τον "Υπνοβάτη" [The Somnambulist] του John Everett Millais. 


John Everett Millais’s The Somnambulist (Credit: Wikimedia Commons)

Το εξωτικό πορτραίτο του Millais δείχνει μια ξυπόλυτη νεαρή γυναίκα σε ένα οπτασιακό νυχτικό, σαν φάντασμα στην άκρη ενός γκρεμού πάνω απ' τον οποίο, ακίνητη και με κοιμώμενο το νου, θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να πέσει. Το θολό σκότος που απειλεί να την αφανίσει, τονίζεται από το αμβλύ ορειχάλκινο, σβησμένο κηροπήγιο που κρατά χαλαρά στο χέρι της. Ζωγραφισμένο το 1871, το έργο μάγεψε τους θαυμαστές του διάσημου ζωγράφου, που ήταν εξοικειωμένοι με την πλούσια λεπτομέρεια και την πολυπλοκότητα του χρώματος που εισήγαγε στη τέχνη  η Αδελφότητα των Προραφαηλιτών, ένας από τους ιδρυτές της οποίας ήταν ο Millais. 

Αλλά Ο Υπνοβάτης φάνηκε να αναδύεται από τα βάθη ενός αλλοτινού βασιλείου, στο οποίο η υιοθέτηση  της πλούσιας εξωτερικής υφής αυτού του κόσμου ήταν λιγότερο επιτακτική απ' τον καθορισμό των θολών ορίων καταστάσεων της συνείδησης. "Είναι αδύνατο", έγραψε ένας κριτικός της ζωγραφικής στην εφημερίδα The Times το 1871, "να αντιπαρατεθείς στη χάρη της φιγούρας  ή τη δύναμη που ο ζωγράφος έχει δώσει στην επίδραση των ορθάνοικτων ματιών που δεν βλέπουν, και στο φως του φεγγαριού με τα διάσπαρτα φώτα στην ακτή."

Η φωτογραφία του γλυπτού του Matelli αντλεί από την ίδια δύναμη που κάνει ζωτικό το πορτρέτο του Millais. Aλλά, στην περίπτωση αυτής της ιογενούς εικόνας που κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα, τα «μάτια ανοιχτά, αν και δεν βλέπουν" είναι αυτά των πραγματικών, ανυποψίαστων ατόμων που περνούν δίπλα από το γλυπτό, αδιαφορώντας για τον επικείμενο  και μεταφορικό άμεσο κίνδυνο.
***

Από το βιβλίο "100 Works of Art That Will Define Our Age" [100 έργα τέχνης που ορίζουν την εποχή μας], της Kelly Grovier, published by Thames & Hudson.

Πηγή bbc - Culture
Μετάφραση Red Rock Views 

Σάββατο 13 Ιουνίου 2015

Δεύτερες Σκέψεις








Δεν διαθέτει ερωτογενές σπέος στο ανεπαίσθητα δονούμενο σώμα της, μα αναγνωρίζει την επαφή μας, υπακούει στην λέξη που είναι κοινό μυστικό μας και σύνθημα, και μου ανοίγεται προσφέροντας σαν δέλεαρ επιλογές άλλων σε αμφίεση αντικειμένου ενδογενούς επιθυμίας - και είναι αυτή  η συσκευή στα χέρια μου, που με γειώνει σαν πολίτη της μητρόπολης. Στο επίπεδο των ματιών μου, η οθόνη που είναι και κάμερα με παρακολουθεί κι όταν δοκιμάζω να κοιτάξω αλλού, κι όταν βγαίνω στο δρόμο για να επιβεβαιώσω πώς έχω ήδη  υποκύψει σε άρρητη απαγόρευση, και με σακατεμένη τη ματιά μου δεν αναζητώ αυτό που έχω χάσει στα μάτια άλλων. Είμαι ορατός μα κανείς δεν με βλέπει εκτός απ' την μηχανή με μάτια παντού που ανανεώνει την ανόργανη μνήμη της με δεδομένα μου, χρήσιμα μόνο σαν εγγύηση του πόσο αδιάφορο της είναι το πώς ή αν διατηρούμαι  εν ζωή.  

Σε μια παύλα που παριστάνει την ανάπαυλα,  παρηγορούμαι. 
Προς στιγμήν, καρφωμένος πολλαπλά στην πλάτη, με το υπέρβαρο σώμα μου οριζόντια  ξαπλωμένο σε στρώμα από πρόκες, έχοντας ένα διαβατήριο στην τσέπη που δεν μαρτυρά την πλήρη απώλεια οποιασδήποτε ταυτότητας, εκτός απ' την μείωση μου σε μια γενετική  υπογραφή που μου επιβλήθηκε πριν ακόμα γεννηθώ, έχω δοσμένη την υπόσχεση: μετατρέποντας τον άβολα βιολογικό τόπο που συμπίπτει με την σκιά μου σε μικρότερη απ' την φαντασία ή την ψευδαίσθησή μου  ιπτάμενη προκρούστεια κλίνη, και εισερχόμενος σε άλλο δώμα του παραπραγματικού κόσμου, θα αντικρίσω παρόμοια σημάδια ύπαρξης κοινωνικής ζωής. Απορροφούμαι, λοιπόν, από την πιθανότητα να φορέσω μιά ή περισσότερες μάσκες, καμία από τις οποίες δεν μπορεί ποτέ πραγματικά να μου ανήκει. Κι αυτό δεν το γνωρίζω μονάχα εγώ, αλλά κι οι άλλοι που αντιλαμβάνονται την παρουσία του ομοιώματος μου χωρίς φυσικά ποτέ να με συναντούν  εκεί,  πίσω απ' τις χαμογελαστές ή βλοσυρές μάσκες τους και μέσω ανταλλαγής  ελαφριών ή βαρέων φορτίων λέξεων μεταφερόμενων στην ράχη των ψευδωνύμων μας.  Ο καθένας χρησιμοποιεί σαν πήχη το δικό του δράμα για να υπολογίσει την εγγύτητα που είναι συνάμα κι η αμείωτη απόσταση μας - το αγεφύρωτο χάσμα μέσα στο οποίο κινούμαστε σαν εκκρεμή που νομίζουν ότι δεν υπακούν σε διατεταγμένες εντοπισμού τους. 

Τίποτε δεν είναι πιο νεφελώδες και συνάμα πιο διαφανές απ' αυτό το παίγνιο. Τουλάχιστον μπορώ να είμαι ειλικρινής με τον εαυτό όταν το κράτος διαπερνά τους  αμφιβληστροειδείς μου χωρίς να μου δίνει λογαριασμό πόσο βαθιά εισβάλει;





 Παραλλαγή από εδάφιο στο  "Identity without the Person," (Nudities) του Giorgio Agamben, 



Image borrowed from here

Παρασκευή 31 Οκτωβρίου 2014

Ειναι σχεδόν μεσημέρι...



Ειναι σχεδόν μεσημέρι. Έχω αρχίσει να πεινάω και αναρωτιέμαι τι να φτιάξω να φάω.

 Η μαγειρική, κατά κάποιο τρόπο, είναι σαν την πολιτική. Αν δεν έχεις τα απαραίτητα συστατικά δεν μπορείς να μαγειρέψεις, όσο καλό Τσελεμεντέ και να έχεις. Με ελλειπή συστατικά, οι εκδοχές είναι ή να φτιάξεις ενα άνοστο, ανιαρό γεύμα, ή, πολύ χειρότερα, να καταλήξεις σε "συμφορά".



Με μπαγιάτικα (ή σάπια) συστατικά, παθαίνεις δηλητηρίαση. Αν δεν εχεις καθόλου  συστατικά, απλά καταλήγεις σε πείνα. 

Μετά, είναι παντα προτιμότερο, αισθάνομαι, να τρως παρέα με αλλους - η μοναξιά στο τραπέζι συχνα καταθλίβει.

Μη το βαζεις κάτω, όμως. Το ξέρεις πως  ο τρόπος να αποφύγεις τη μοναξιά είναι να μοιράζεσαι. Να μοιράζεσαι χρόνο, χρήμα, ιδέες και, φυσικά, φαγητό. Κι αν δεν το κάνεις, δεν είναι απο τσιγκουνιά, είναι απο φτώχια, δισταγμό και φόβο...



Αλλα το ξερεις επίσης: Ένα καλό γεύμα που το έχεις μαγειρέψει με φαντασία και το απολαμβάνεις παρέα  με φίλους, σε κάνει να αισθάνεσαι όπως περιπου μετα την επιτυχημένη επανάσταση.



Μη διστάζεις λοιπον να ερθεις σε επαφη μαζι μου... Και μην διστάζεις να δοκιμάσεις κάτι καινούργιο, να το μαγειρέψεις ή και να το γευτείς,

και τελικά... 

μη σε τρομάζουν τα μαχέρια, η ζέστη και η φωτιά της κουζίνας...


✴✴✴

These brilliant images borrowed from here



✴✴✴✴✴✴✴✴✴✴

Υγ

Καλή επιτυχία αύριο!
Ευχές κα καλη δύναμη σε όσους βρεθούν εκεί!