Είναι αναμφισβήτητο ότι οι προεδρικές εκλογές της 7ης του Οκτώβρη 2012 στην Βενεζουέλα έφεραν ένα ξεκάθαρο μήνυμα για την πορεία και το μέλλον της Μπολιβαριανής επανάστασης, που θα έχει αντίκτυπο στις εξελίξεις στην Λατινική Αμερική και διεθνώς.
Οι δημοσκοπήσεις έδειχναν τον Τσάβες να προηγείται, αλλά και τον κύριο αντίπαλο του, Henrique Capriles Radonski, να μειώνει την διαφορά. Η νίκη του Τσάβες δυσκολεύει την προσπάθεια των ΗΠΑ να βάλουν φρένο σε εξελίξεις τις οποίες δεν ελέγχουν στη Λατινική Αμερική και ιδιαίτερα στις εξελίξεις στην Βενεζουέλα. Αν κατάφερναν να νικήσουν οι εχθροί της Μπολιβαριανής Επανάστασης, πράγμα για το οποίο πάλευαν και θα παλεύουν οι ΗΠΑ και τα ανδρείκελα τους μέσα στην Βενεζουέλα, θα είχε αναμφισβήτητα αρνητική επίδραση στις δυνάμεις που τολμούν να σταθούν απέναντι στον ιμπεριαλισμό. Εθεωρείτο σίγουρο ότι μια εκλογική ήττα του Τσάβες θα σήμαινε την κατάργηση των μεταρρυθμίσεων στην Βενεζουέλα και το τέλος της Μπολιβαριανής Επανάστασης. Ένα απο τα πρώτα θύματα μια τέτοιας εκδοχής εξελίξεων επίσης θα ήταν και η αμοιβαία επωφελής σχέση μεταξύ Βενεζουέλας και Κούβας σε μια εποχή που το χτίσιμο του σοσιαλισμού στην Κούβα είναι σημείο αναφοράς για όλη την ανθρωπότητα.
Ο Ούγκο Τσάβες εξελέγη για πρώτη φορά πρόεδρος το Δεκέμβρη του 1998, μ’ ένα φιλολαϊκό πρόταγμα που στην πορεία έγινε γνωστό ως Μπολιβαριανή Επανάσταση, το οποίο ο ίδιος και οι δυνάμεις που τον στηρίζουν μετέτρεψαν σε έκφραση της επιθυμίας των λαϊκών στρωμάτων, εργατών κι αγροτών της Βενεζουέλας για μια δικαιότερη κοινωνική οργάνωση και μια τάση προς τον σοσιαλισμό. Προς ένα σοσιαλισμό του 21ου αιώνα που, όπως λέγεται, θα διαφέρει απο τους άλλους.
Πρόκειται για ένα εγχείρημα με συγκεχυμένες θεωρητικές και ιδεολογικές παραμέτρους οι οποίες εκφράζουν και αντικρουόμενες τάσεις μέσα στο Ενοποιημένο Σοσιαλιστικό Κόμμα (PSUV) που κυβερνάει, τάσεις προς λιγότερο ή περισσότερο ή και καθόλου σοσιαλισμό.
Επιγραμματικά, το σημαντικότερο που έχει γίνει μέχρι στιγμής είναι η δημιουργία συνθηκών παρεμπόδισης της απροσχημάτιστα ασύδοτης δράσης των μονοπωλίων στην χώρα με σκοπό την ανακούφιση των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, συνθηκών που προοπτικά συνιστούν μεν απειλή ανατροπής των σχέσεων παραγωγής αλλά το πως μπορεί να γίνει αυτό δεν φαίνεται καθόλου σίγουρο. Ωστόσο, η διατήρηση αυτής της απειλής, στον βαθμό κατά τον οποίο πλαισιώνεται απο κοινωνικά προγράμματα που, αργά μεν αλλά προοδευτικά, στρέφονται κατά των κραυγαλέων προνομίων του διεθνούς και ντόπιου κεφαλαίου στην χώρα, ανάγεται σε κάτι πολύ περισσότερο απο μια αφομοιώσιμη «όχληση» για τα μονοπώλια, τα οποία και δραστηριοποιούνται έντονα, απ’ την μια σαμποτάροντας την διαχείριση της καπιταλιστικής οικονομίας, κι απο την άλλη κεφαλαιοποιώντας τις δυσκολίες διαχείρισης που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση, ώστε να στρέψουν ένα όσο το δυνατόν ευρύτερο φάσμα των μεσαίων στρωμάτων εναντίον της.
Παρ’ ότι το ρεύμα πίσω απο τον Τσαβες εξακολουθεί να αγκαλιάζει την πλειοψηφία του λαού, η αναμέτρηση της 7ης Οκτώβρη είχε ενδείξεις ότι η υποστήριξη του δεν είναι δεδομένη και άνευ όρων κι ότι μπορεί να μειωθεί. Αρκετά εχουν γίνει, πολύ περισσότερα θα έπρεπε ή πιθανόν θα μπορούσαν να εχουν γίνει. Οι δυσκολίες της διακυβέρνησης Τσάβες να μετατρέψει την παραγωγή του πλούτου της χώρας σε μηχανισμό επίλυσης των προβλημάτων που η μεγάλη πλειοψηφία του πληθυσμού της εξακολουθεί να αντιμετωπίζει, δεν μπορούν να συνεχιστούν εσαεί. Παρά τις διακηρύξεις και τις προθέσεις του Τσάβες ή αυτών που συνιστούν το σώμα της Μπολιβαριανης Επανάστασης ότι θα προωθήσουν τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της χώρας, η πρόοδος που έχει γίνει συνιστά μια βελτίωση των συνθηκών ζωής της πλειοψηφίας, πράγμα που ακόμα απέχει απο τον σοσιαλισμό, εάν με το όρο σοσιαλισμό εννοούμε κοινωνικοποίηση των μέσων παραγωγής και εξάλειψη της εκμετάλλευσης ανθρώπου απο άνθρωπο.
Εντούτοις, η πρόοδος δεν είναι αμελητέα. Σημαντικά βήματα μπροστά έχουν γίνει στην παιδεία. Ένας δείκτης είναι ότι ο αναλφαβητισμός έχει εξαλειφθεί για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας. Σοβαρή πρόοδος και στον τομέα της υγείας, όπου πάλι για πρώτη φορά παρέχεται δωρεάν υγειονομική περίθαλψη για τους φτωχούς, ενώ παράλληλα μπαίνουν βάσεις για ένα σύστημα υγείας εμπνευσμένο απο το μοντέλο της Κούβας η οποία διαθέτει, αν όχι το πλέον, ένα απο τα πλέον προηγμένα συστήματα υγείας στον πλανήτη. Στην Βενεζουέλα μειώθηκε το ποσοστό φτώχειας στην περίοδο 1999 - 2010. Βήματα θετικά έχουν γίνει προς την βελτίωση του στεγαστικού προβλήματος. Την περίοδο που στις μητροπόλεις του ιμπεριαλισμού το απαραβίαστο οικονομικό δόγμα του νεοφιλελευθερισμού οδηγεί μεταξύ άλλων στην καταστροφή της κοινωνικής πρόνοιας των λαών, η Βενεζουέλα κινείται σε κόντρα κατεύθυνση, εισάγοντας, εκτός απο τα προαναφερθέντα, προγράμματα πρόνοιας για τον πληθυσμό της.
Αυτό που καθιστά δυνατή μια αναμφισβήτητη φιλολαϊκή πολιτική είναι ο διευρυνόμενος κρατικός τομέας παραγωγής. Στην διάρκεια σχεδόν 13 χρόνων διακυβέρνησης του Ούγκο Τσάβες, ως μέρος της σοσιαλιστικής ατζέντας του κινήματος στο οποίο ηγείται, έχουν γίνει εθνικοποιήσεις εκατοντάδων επιχειρήσεων διάφορων μεγεθών και η διαδικασία αυτή συνεχίζεται.
Εκτός απο έλεγχο της παραγωγής πετρελαίου, εκτεταμένες εθνικοποιήσεις εχουν πραγματοποιηθεί στον τραπεζικό - χρηματοπιστωτικό τομέα και σε άλλους τομείς όπως: βαριά βιομηχανία, εξόρυξη χρυσού, παραγωγή χάλυβα, τηλεπικοινωνίες, παραγωγή ενέργειας, μεταφορές, τουρισμός και επισιτιστικός τομέας.
Ριζοσπαστικές ήταν επίσης οι μεταρρυθμίσεις στον τομέα γεωργικής παραγωγής, με απαλλοτριώσεις μη παραγωγικών γεωργικών εκμεταλλεύσεων, κατασχέσεις γης χωρίς κατάλληλους ιδιοκτησιακούς τίτλους. Έχουν αναδιανεμηθεί εκατομμύρια στρέμματα γης σε μια προσπάθεια να αυξηθεί η παραγωγή τροφίμων και για μείωση, προοπτικά για εξάλειψη, της φτώχιας στις αγροτικές περιοχές.
Να σημειωθεί ότι οι εθνικοποιήσεις συχνά αφορούν εξαγορά απο τους κεφαλαιοκράτες ποσοστού της ιδιοκτησίας, γίνονται με βάση τη νομοθεσία του αστικού κράτους και συνοδεύονται απο αποζημιώσεις προς τους ιδιοκτήτες, οι οποίες αθροίζονται σε δισεκατομμύρια δολάρια. Ένα μέρος απο το εισόδημα που αποκομίζει το κράτος κυρίως απο την πετρελαιοπαραγωγή μετατρέπεται σε αποζημιώσεις των καπιταλιστών, οι οποίοι συχνά εμπλέκουν το κράτος και σε μιαν ατέρμονη διαδικασία ενστάσεων και διαιτησιών. Αυτό που ουσιαστικά συμβαίνει είναι μια προσπάθεια να εξαγοραστεί σταδιακά το ιδιωτικό κεφάλαιο, χρησιμοποιώντας το εισόδημα απο τον δημόσιο τομέα, συνεχίζοντας στα πλαίσια μιας αγοραίας οικονομίας. Ίσως αυτό είναι έκφραση μιας διαδεδομένης αντίληψης της αγοράς ως «φυσική συνθήκη» η οποία και προκαλεί φόβο ή αμφιβολία στην σκέψη ότι μπορεί να ξεπεραστεί χωρίς καταστροφή της οικονομίας. Αυτή η αντίληψη όμως δεν είναι παρά μια παραίσθηση που παραβλέπει την πραγματικότητα – ότι δηλαδή η αγορά δεν έχει λόγο ύπαρξης παρά μόνο όταν λειτουργεί με φόντο την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής. Κάποια στιγμή η αναγκαιότητα του σχεδιασμού της οικονομίας θα επιβληθεί απο την οικονομία, εάν συνεχιστεί η διεύρυνση του δημόσιου τομέα, και μάλιστα με εργατικό έλεγχο. Το θέμα είναι η εισαγωγή του σχεδιασμού να συμβεί πριν η αγορά γίνει προβληματική.
Αναντίρρητα, οι εθνικοποιήσεις κινούνται κόντρα στο ρεύμα των σαρωτικών ιδιωτικοποιήσεων σε όλη την καπιταλιστική υφήλιο, ιδιωτικοποιήσεις οι οποίες επιβλήθηκαν και στην Βενεζουέλα κατά τις δεκαετίες του ’80 και του '90 – δηλαδή πριν την ανατροπή των νεοφιλελεύθερων ανδρείκελων του ιμπεριαλισμού στην χώρα. Παρότι η οικονομία παραμένει ακόμα καπιταλιστική, θα ήταν λάθος να ειδωθεί αυτή η διαδικασία ως «καπιταλιστική κρατικοποίηση», διότι αυτό θα αποτελούσε παράβλεψη του γεγονότος ότι ο προσανατολισμός που επιβάλλουν οι αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις εκεί τείνει προς την υπέρβαση κι όχι την διαιώνιση του καπιταλισμού.
Και κάτι ακόμα: Σε μια εποχή που εργασιακά δικαιώματα αντιμετωπίζουν ανελέητη επίθεση στην Ευρώπη και αλλού, στην Βενεζουέλα προωθείται, και κατοχυρώνεται βελτίωση των συνθηκών της απασχόλησης των εργαζομένων. Ο νέος νόμος Εργασίας λ.χ. , ανταποκρινόμενος σε αιτήματα των συνδικάτων, μείωσε πρόσφατα τις ώρες της εργάσιμης εβδομάδας, αύξησε την άδεια μητρότητας και τα ποσά αποζημίωσης εργαζομένων μετά απο απόλυση.
Επιπρόσθετα, το πλέον σημαντικό είναι ότι αυτή η διαδικασία διεύρυνσης του κρατικού τομέα συμπληρώνεται και απο νομοθεσία που εκπονείται μετά απο συζητήσεις και ζυμώσεις με εργάτες και εργατικούς φορείς, και η οποία καθιστά κομβική πολιτική ένα νέο τύπο οργάνωσης των εργαζομένων παράλληλα με τα συνδικάτα, με θεσμοθετημένες πρακτικές εργατικού ελέγχου. Όπως είπε ο Carolus Wimmer, Διεθνής Γραμματέας του ΚΚ Βενεζουέλας σε πρόσφατη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα του ΚΚ Αυστραλίας, The Guardian:
«Αυτό το εργατικό δίκαιο καθιστά δυνατή τη δημιουργία Σοσιαλιστικών Συμβουλίων Εργαζομένων. [...] Ως Κομμουνιστικό Κόμμα της Βενεζουέλας θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο αυτή τη στιγμή, μετά από 13 χρόνια της Μπολιβαριανής Επανάστασης, να κάνουμε ένα βήμα εμπρός προς την κατεύθυνση που η εργατική τάξη αφενός να ελέγξει την παραγωγή και αφετέρου να αναλάβει τον πολιτικό έλεγχο της Μπολιβαριανής Επανάστασης.» [1]
Το Κομμουνιστικό Κόμμα βλέπει στην πορεία της Μπολιβαριανής Επανάστασης να κυριαρχεί μια γνήσια αντιιμπεριαλιστική πάλη και θεωρεί τον Τσάβες και το PSUV «αδελφικούς» συμμάχους του. Θεωρεί επίσης απαραίτητο να υπάρχει ένα ταξικό, μαρξιστικό-λενινιστικό κόμμα και εκτιμά ότι στο πλαίσιο της αντιιμπεριαλιστικής πάλης δυναμώνει ο αντικαπιταλιστικός και φιλοσοσιαλιστικός προσανατολισμός. Είναι άξιο προσοχής ότι στην πάλη αυτή εχθρός του κινήματος δεν θεωρείται μόνο ο ιμπεριαλισμός αλλά και η ντόπια αστική τάξη.
Η δημιουργία προοδευτικά ενός νέου μοντέλου σοσιαλισμού, όπως αρχίζει να σκιαγραφείται με βάση την πρακτική μεταρρυθμίσεων αλλά και τις εκφρασμένες προθέσεις της ηγεσίας της Μπολιβαριανής Επανάστασης, διαμορφώνεται ως ο απώτατος στόχος της. Μέχρι στιγμής όμως δεν βλέπουμε παρά κυρίως ποσοτικές αλλαγές που χαράζουν την αφετηρία αυτού του δρόμου προς τον σοσιαλισμό που πασχίζει να πραγματωθεί ξεκινώντας μέσα απο τα πολιτικά όρια μιας αστικής δημοκρατίας, εκφράζοντας την επιθυμία των εκμεταλλευομένων να απαλλαγούν απο την εκμετάλλευση τους χωρίς αιματηρή βία. Και σ’ αυτήν την εκδοχή δρόμου προς τον σοσιαλισμό όμως, το τέρμα της ειρηνικής πορείας προς το σοσιαλισμό μέσω «μεταρρυθμίσεων» δεν μπορεί παρά να είναι το σημείο στο οποίο οι αστοί καταφεύγουν στην βία. Αυτό που φαίνεται ότι έχει γίνει αντιληπτό στην Βενεζουέλα κι απο τις δυο αντιμαχόμενες πλευρές είναι ότι η αστική τάξη παύει να αντιδρά με αιματηρά βίαιο τρόπο μόνο όταν αδυνατεί να το κάνει.
Είναι γεγονός ότι η στήριξη του Μπολιβαριανού εγχειρήματος απο την πλειοψηφία του λαού της Βενεζουέλας βρίσκει την αντανάκλαση της στις διαθέσεις των οπλιτών στις ένοπλες δυνάμεις. Ίσως μετράει και το γεγονός ότι ο Τσάβες προέρχεται απο τον στρατό, σαν πρώην αξιωματικός του. Η αντίθεση των οπλιτών βέβαια είναι αναγκαία αλλά όχι επαρκής συνθήκη για αποτροπή μιας κατάπνιξης της Μπολιβαριανής Επανάστασης απο τους αστούς με χρησιμοποίηση του στρατού. Δεν θα ήταν άλλωστε η πρώτη ούτε η τελευταία φορά που θα συνέβαινε κάτι τέτοιο σ’ αυτήν την ήπειρο. Και φυσικά απο μόνη της οποιαδήποτε πλειοψηφία δεν αμφισβητεί την άσκηση ενός μονοπωλίου βίας απο το αστικό κράτος. Μια σημαντική ειδοποιός διάφορα σε σύγκριση λ.χ. με τη διακυβέρνηση Αλιέντε είναι ότι η διακυβέρνηση Τσάβες, με δραστηριοποίηση και του κινήματος που τον στηρίζει, έχει προσπαθήσει να «ουδετεροποιήσει» την λειτουργία του κράτους ως οργάνου της αστικής εξουσίας. Μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος του 2002 φάνηκε ότι η αστική τάξη έχει απολέσει, προς το παρόν, τον έλεγχο των ένοπλων δυνάμεων της χώρας. Αν μπορούσαν θα είχαν ήδη επιβάλει στρατιωτική δικτατορία.
Η δημιουργία της λαϊκής πολιτοφυλακής, και η επέκταση της ισχύος των κοινοτικών συμβουλίων είναι μέτρα που τείνουν προς μια σταδιακή ουδετεροποίηση του αστικού κράτους. Στην επιτροπή που συνέταξε το νόμο περί Κοινοτικών Συμβουλίων πρόεδρος ήταν ο David Velásquez (απο το Κ.Κ. Βενεζουέλας) «ο οποίος βλέπει τα συμβούλια ως βάση για τον επαναστατικό μετασχηματισμό του κράτους, υποστηρίζοντας ότι: "αυτό που ζητείται είναι να μεταβιβασθεί η εξουσία και η δημοκρατία προς τις οργανωμένες κοινότητες σε τέτοιο βαθμό, οπου ο κρατικός μηχανισμός θα μπορούσε ενδεχομένως να μειωθεί σε τέτοια επίπεδα ώστε να καταστεί περιττός» . [2]
Η δημιουργία κοινοτικών συμβουλίων ως αντίβαρου της κεντρικής κρατικής εξουσίας ακούγεται σαν αντίλαλος της Λενινιστικής έννοιας της «δυαδικής εξουσίας». [3] Ωστόσο διαφέρει ριζικά ως προς το εξής. Ο Λένιν είχε υπ’ όψη του την αντιστάθμιση της εξουσίας του κράτους, κατά την διακυβέρνηση Κερενσκι, απο τα σοβιέτ - δηλαδή, την άνοδο μιας εναλλακτικής δομής εξουσίας, ικανής να αμφισβητήσει την υπάρχουσα κρατική δομή, πράγμα που θεωρούσε προσωρινό και, όπως έδειξε η ιστορία, όταν η εργατική τάξη μπορούσε να διαλύσει το αστικό κράτος, με την καθοδήγηση των μπολσεβίκων, το έκανε χωρίς καθυστέρηση. Αυτό που γίνεται στην Βενεζουέλα είναι προσπάθεια δημιουργίας μιας διαχρονικής ιδιότυπης ισορροπίας δυνάμεων μεταξύ περιφερειακών αποκεντρωτικών δομών εξουσίας και ενός κεντρικού κράτους. Κάτι που δυνητικά θα αποτρέπει την μονοπώληση κρατικής βίας απο τους αστούς.
Πίσω απο αυτό βρίσκεται μια επίδοξη στρατηγική χρησιμοποίησης του αστικού κοινοβουλίου σε μια πορεία μεταρρυθμίσεων που αντικειμενικά έρχεται σε ρήξη με την ντόπια αστική τάξη και τους ιμπεριαλιστές απο τους οποίους μονίμως απειλείται. Το ποθητό είναι αυτή η «δυαδική εξουσία» να αναχθεί σε αποτελεσματική προστασία του κοινοβουλίου μέσω του οποίου προωθούνται οι στόχοι αυτής της «μεταρρυθμιστικής επανάστασης». Η αλήθεια είναι όμως ότι μόνο συγκυριακά η αστική τάξη αδυνατεί να χρησιμοποιήσει το κράτος ως αποκλειστικό βραχίονα της. Η ουδετεροποίηση του κράτους δεν μπορεί να είναι μόνιμη συνθήκη εφόσον η πάλη των τάξεων μαίνεται. Η μόνη πιθανή άμεση εγγύηση για την δημοκρατία είναι η επέκταση του οπλισμού της λαϊκής πολιτοφυλακής και η αναδιοργάνωση του στρατού με τρόπο που να αποτρέπει την χρησιμοποίηση του εναντίον των πολιτικών θεσμών και άμεσα εναντίον του λαού. Θα γίνει κάτι τέτοιο; Ο χρόνος θα δείξει. Προς το παρόν τα κοινοτικά συμβούλια στην Βενεζουέλα παραμένουν ένα θετικό βήμα προς την κατεύθυνση ανάπτυξης και εμπλουτισμού της δημοκρατίας. [4]
Έτσι, με δοσμένο ότι το παιγνίδι δεν παίζεται με βίαιες κινήσεις απο τους αστούς διότι δεν φαίνονται σε θέση να τις κάνουν άμεσα, και με δοσμένη την στρατηγική των Τσαβίστας, καταλήγουμε να δεχτούμε ότι, παραδόξως, η επιβίωση της Μπολιβαριανης Επανάστασης εξαρτάται σε πρώτη φάση απο τον αποτελεσματικό χειρισμό της καπιταλιστικής οικονομίας. Εξαρτάται επίσης απο την ικανότητα της να πείσει τα μεσαία στρώματα ότι θα χειριστεί την οικονομία με τρόπο καλύτερο απο αυτόν που υπόσχονται οι πολιτικοί εκπρόσωποι των μονοπωλίων εκεί. Το πως η Μπολιβαριανή Επανάσταση μπορεί να διαχειρισθεί την καπιταλιστική οικονομία, με τους καπιταλίστες εναντίον της, και συνάμα να προχωρήσει με τα σταδιακά της βήματα προς τον ιδιότυπο σοσιαλισμό της είναι ένα ερώτημα.
Επιπρόσθετα, οι δυσκολίες των Τσαβίστας, δεν αφορούν μόνο την αντιμετώπιση των εχθρών της επανάστασης αλλά και των «φίλων» της. Ήδη έχει εμφανιστεί μια Μπολιβαριανού τύπου γραφειοκρατία που κάνει «φιλότιμη» προσπάθεια να σαμποτάρει απ' τα μέσα και να αποδυναμώσει τον σοσιαλιστικό προσανατολισμό του κινήματος. Επίσης, το φαινόμενο της ταύτισης της επανάστασης με το πρόσωπο του Τσαβες, όσο ικανός, ειλικρινής, και συνεπής κι αν είναι, δεν είναι υγιές. Η ανάδειξη ενός οποιοδήποτε ηγέτη σε θέση τέτοιας δύναμης που να μπορεί ο ίδιος να επηρεάσει τις εξελίξεις στην χώρα του, αν δεν είναι έκφραση ενός σημαντικού ελλείμματος δημοκρατίας σίγουρα αποτελεί καλλιέργεια του. Η προσωποπαγείωση του Τσάβες, αν δεν ξεπεραστεί σύντομα με ανάδειξη συλλογικής ηγεσίας με τρόπο που να εκφράζει την βάση του κινήματος και να ελέγχεται απο αυτήν, υπονομεύει την συνέχεια της επανάστασης.
Οι δυσκολίες της Μπολιβαριανής Επανάστασης, θα εντείνονται σ’ αυτόν τον ιδιότυπο δρόμο προς τον σοσιαλισμό που είναι ήδη ναρκοθετημένος απο τους αστούς, όσον δεν φαίνεται η εργατική τάξη να πηγαίνει μπροστά, στις πρώτες γραμμές. Η ύπαρξη των αστών ως εκμεταλλευτική τάξη και η συμμόρφωση της Μπολιβαριανης Επανάστασης με αστικές προκαταλήψεις που δημιουργούν ένα θρησκόληπτο «σεβασμό» στους δικούς τους θεσμούς, τους οποίους οι ίδιοι οι αστοί κάνουν κλοτσοσκούφι όταν πάψουν να τους εξυπηρετούν, και μια ιερό-προσήλωση ως προς το τι συνιστά νομιμότητα, δυσκολεύουν την πρόοδο προς το σοσιαλισμό με «ειρηνικά μέσα» και αποτελούν συνεχή απειλή ανακοπής αυτής της πορείας, ακόμα και με βίαια μέσα.
Είναι οξύμωρο, αν οι εκμεταλλευόμενοι σκοπεύουν να εξαλείψουν την εκμετάλλευση, να επιμένουν ή να προσπαθούν να διαχειριστούν την οικονομία των εκμεταλλευτών τους σεβόμενοι τους πολιτικούς όρους εκμετάλλευσής των. Παρ’ όλα αυτά, μια «ύβρις» κατά της δημοκρατίας των αστών πρέπει να σημαίνει ένα όραμα μιας πολύ ανώτερης δημοκρατίας. Ελλείψει αυτού του οράματος λοιπόν, πορευόμαστε χωρίς εικόνα απ’ τον τόπο του προορισμού μας...
Μ. Γαλαντόμος (Ικαρία Σεπτ. 2012)
-----------------
1, 2, 3 George Ciccariello-Maher Dual Power in the Venezuelan Revolution
(http://monthlyreview.org/2007/09/01/dual-power-in-the-venezuelan-revolution)
4 Η συνέντευξη του Carolus Wimmer, (cpa) The Guardian: (issue 29/08/2012).