Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα τέχνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα τέχνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 26 Μαΐου 2016

Ο Υπνοβάτης


Tony Matelli's Sleepwalker (Credit: Timothy A Clary/AFP/Getty Images)


Στο πλήθος,  χαμένος
Και μόνος ανάμεσα σ' άλλα μυρμήγκια
Ακούω της πόλης το βόμβο.  Τρελή μηχανή -
Δηλητήριο τα χνώτα της, με χτυπά στα μηνίγγια...
Ξαφνικά, προχωρώντας σαν όλους τους άλλους με βιάση
Αντικρίζω ένα τύπο σε μια στάση στριφνή -

Ειν' ακίνητος και πετρωμένος
Η αβουλία του έχει παγώσει στο χώρο
Κι εστιάζει με ορθάνοικτα μάτια, μα η ματιά του κενή.
Η αδράνειά του  ίσως να είναι γι αυτόν θείο δώρο
Και αναρωτιέμαι τι άραγε να 'ναι αυτό που έχει χάσει
Άλλο απ' τον  μπούσουλά του...  Κάποια επιθυμία στερνή;

Με το σώβρακο μόνο, θυμίζει φακίρη
Που έχει απλώσει τα χέρια, μα είναι  υπνοβάτης.
Στην πλατεία αδιάφορα ο κόσμος  να τον προσπερνά
Με το βλέμμα  αυτού που, στη σκέψη ακαμάτης -
Αν και οι ίδιος στου Ερμή την ανάδρομη φάση -
Ένα θέαμα βλέπει· απορία δεν γεννά!

Των πιστών τον θεό ή των σκλάβων τον κύρη
Κρύβει μεσ' στη νεκρότητα όπου έχει  αποδράσει
Ετούτος. Το σώμα του αδύναμο, τα άκρα φτενά -
Πριν την ώρα του μοιάζει σαν νά 'χει γεράσει
Τη ζωντάνια σαν κάποιοι να του έχουν ληστέψει
Και τον χρόνο του νά 'χει πουλήσει φτηνά...

Μα τι νόημα έχει;
Λέει κάτι αυτό και για μένα, που σαν τον χωριάτη
Εξηγώντας θα πω: "ένα άγαλμα είναι,  και δίχως μυαλό";
Μα είμαι θαρρώ σαν κι ετούτο τον πρώην διαβάτη
Που δεν ξέρει κανείς, που κανένα δεν  ξέρω
Που αν και δεν είν' αστείος, τον θωρώ και γελώ...

Έχει αρχίσει να βρέχει
Ομπρέλα δεν εχω, μα ευάλωτος νιώθω
Καθώς στην εικόνα του κόσμου ανοίγουν κενά
Κι όπως στέκομαι κάτω απ' το στέγαστρο  κλώθω
Μιαν αμφιβολία: μήπως από παραίσθηση τώρα υποφέρω
Κι είμαι εγώ ο υπνοβάτης που δεν πάει πουθενά;

***

Ξέρεις πού πηγαίνεις; Αυτό είναι το είδος ενός τολμηρού υπαρξιακού ερωτήματος που ένα μεγάλο έργο τέχνης μπορεί να θέσει, και σαν τέτοιο τέθηκε αυτή την εβδομάδα από μια φωτογραφία που σίγουρα είναι ανάμεσα στις πιο ανησυχητικά παράξενες, που σαν ιός κυκλοφορούν στα κοινωνικά δίκτυα. Η εικόνα που δείχνει έναν φαλακρό μεσήλικα άνδρα, φορώντας μόνο ένα ξεχειλωμένο σώβρακο, που υπνοβατεί επικίνδυνα με τα χέρια απλωμένα, σαν ζόμπι μέσα στους δρόμους της Νέας Υόρκης. Αυτό που είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό στην φωτογραφία δεν είναι, κατά ειρωνεία της τύχης, η επισφάλεια της κωματώδους κατάστασης του υπνοβάτη, αλλά η αδιάφορη αντίδραση εκείνων, πάνω στους οποίους ο ίδιος φαίνεται πως μπορεί να πέσει στα τυφλά.

Αυτό που εμείς, ως καταναλωτές της εικόνας, δεν συνειδητοποιούμε μέχρι να διαβάσουμε τη συνοδευτική λεζάντα, είναι πως ο επισφαλής υπνοβάτης δεν είναι πραγματικά ένα ανθρώπινο ον, αλλά ένα χάλκινο γλυπτό σε φυσικό μέγεθος, ζωγραφισμένο από τον καλλιτέχνη Tony Matelli, από το Μπρούκλιν, γνωστό για τα προκλητικά υπερ-ρεαλιστικά έργα του. Το έργο του Matelli ήταν παραγγελία για εμφάνιση στο δημόσιο πάρκο του Μανχάταν [Manhattan public park High Line] ως συμμετοχή σε μια νέα έκθεση, με τίτλο Wanderlust, που εξερευνά θέματα ταξιδιωτων, προσκυνητών και περιπατητών. Με την εστίαση σε μία φιγούρα, της οποίας η φυσική και γνωστική κατάσταση φαίνεται να είναι εκτός τόπου και χρόνου, ο Matelli προκαλεί τους παρατηρητές να προβληματιστούν σχετικά με το πόσο καλά συγχρονισμένες είναι οι πράξεις τους με τις αρχές τους. Με τον τρόπο αυτό, ο ίδιος απηχεί απροσδόκητα την υπνωτική δύναμη ενός από τα πιο μυστηριώδη έργα ζωγραφικής του 19ου αιώνα: Τον "Υπνοβάτη" [The Somnambulist] του John Everett Millais. 


John Everett Millais’s The Somnambulist (Credit: Wikimedia Commons)

Το εξωτικό πορτραίτο του Millais δείχνει μια ξυπόλυτη νεαρή γυναίκα σε ένα οπτασιακό νυχτικό, σαν φάντασμα στην άκρη ενός γκρεμού πάνω απ' τον οποίο, ακίνητη και με κοιμώμενο το νου, θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να πέσει. Το θολό σκότος που απειλεί να την αφανίσει, τονίζεται από το αμβλύ ορειχάλκινο, σβησμένο κηροπήγιο που κρατά χαλαρά στο χέρι της. Ζωγραφισμένο το 1871, το έργο μάγεψε τους θαυμαστές του διάσημου ζωγράφου, που ήταν εξοικειωμένοι με την πλούσια λεπτομέρεια και την πολυπλοκότητα του χρώματος που εισήγαγε στη τέχνη  η Αδελφότητα των Προραφαηλιτών, ένας από τους ιδρυτές της οποίας ήταν ο Millais. 

Αλλά Ο Υπνοβάτης φάνηκε να αναδύεται από τα βάθη ενός αλλοτινού βασιλείου, στο οποίο η υιοθέτηση  της πλούσιας εξωτερικής υφής αυτού του κόσμου ήταν λιγότερο επιτακτική απ' τον καθορισμό των θολών ορίων καταστάσεων της συνείδησης. "Είναι αδύνατο", έγραψε ένας κριτικός της ζωγραφικής στην εφημερίδα The Times το 1871, "να αντιπαρατεθείς στη χάρη της φιγούρας  ή τη δύναμη που ο ζωγράφος έχει δώσει στην επίδραση των ορθάνοικτων ματιών που δεν βλέπουν, και στο φως του φεγγαριού με τα διάσπαρτα φώτα στην ακτή."

Η φωτογραφία του γλυπτού του Matelli αντλεί από την ίδια δύναμη που κάνει ζωτικό το πορτρέτο του Millais. Aλλά, στην περίπτωση αυτής της ιογενούς εικόνας που κυκλοφορεί αυτή την εβδομάδα, τα «μάτια ανοιχτά, αν και δεν βλέπουν" είναι αυτά των πραγματικών, ανυποψίαστων ατόμων που περνούν δίπλα από το γλυπτό, αδιαφορώντας για τον επικείμενο  και μεταφορικό άμεσο κίνδυνο.
***

Από το βιβλίο "100 Works of Art That Will Define Our Age" [100 έργα τέχνης που ορίζουν την εποχή μας], της Kelly Grovier, published by Thames & Hudson.

Πηγή bbc - Culture
Μετάφραση Red Rock Views 

Πέμπτη 19 Μαΐου 2016

Τα σταφύλια του Ζεύξιδος και το Νεκροζώντανο [5]

5


[Προηγούμενα: μέρος 1μέρος 2μέρος 3, μέρος 4]

Επιστρέφω στην παρατήρηση κι εκτίμηση που εκφράστηκε πιο πάνω, ότι η έννοια και η αίσθηση της απώλειας  εκφραζόμενη μέσω του νεκροζώντανου, που απαντάται στην ψυχαναναλυτική θεώρηση του βρυκόλακα, μπορεί να αποβεί χρήσιμη σε μία μαρξιστική προσέγγιση του νεκροζώντανου. Η αίσθηση της απώλειας διαπερνάει το προσωπικό επίπεδο και καθίσταται κοινό βίωμα στην πλειονότητα των ανθρώπων του σήμερα. Σαν γνώρισμα ενδημικής κατάθλιψης, αγανάκτησης ή θρήνου, αγγίζει όλους αυτούς από τους οποίους συστηματικά αφαιρείται ή απειλείται η δυνατότητα για επιβίωση. Μέσα στο πλαίσιο της εντεινόμενης κοινωνικής αντίθεση,ς η έννοια είναι διαλεκτικά συνδεδεμένη με το αντίθετό της: ήτοι, με την έννοια, της απόκτησης. Εν προκειμένω, η έκφραση της αντίθεσης αυτής που μορφοποιείται  στην κουλτούρα συγκεκριμένα με τα αρχέτυπα του βρυκόλακα και του ζόμπι, υπονοεί πως μία μεγάλη βιωματική απώλεια καταρχήν αφορά και τις δύο πλευρές του κοινωνικού σχίσματος. Αυτό που χάνεται είναι συνολικά η φύση του ανθρώπου σαν οντότητα. Πιο ειδικά, στο εν λόγω , ο βρυκόλακας μπορεί μεν να παίρνει, ή να ωφελείται ρουφώντας το αίμα του θύματος του, μα σε αυτή την απόκτηση της ζωτικότητας που αφαιρεί από τον άλλον, ο ίδιος έχει ήδη χάσει κάτι απ' την ανθρώπινη φύση του. Πιο εκτεταμένη βέβαια είναι η απώλεια του ζόμπι. Η ζημία και απώλειά του, σαν θύμα, είναι απόλυτη. Το ζόμπι δεν "αποκτά" άλλο από την επιβεβλημένη αβουλία του με τη μετατροπή του σε σακατεμένο  νεκροζώντανο.  Πίσω από το δράμα των νεκροζώντανων υπάρχει κρυμμένη η  διάκριση των εκμεταλλευτών από τους εκμεταλλευόμενους, κι όσο εντείνεται  διαφοροποίηση των μεν απ' δε, τόσο κι οι δυο απομακρύνονται από τη φύση τους, τόσο και οι δύο θα υφίστανται διαστροφή. Οι μεν, θα μετατρέπονται σε ανθρωποειδή αρπακτικά κτήνη, κι οι δε, σε άβουλα ζώα προορισμένα να συνιστούν βορά και πηγή ενέργειας για τους μεν.

Το ίδιο ισχύει αν δούμε τη σχέση ως την αντίθεση μεταξύ ζημιάς και κέρδους.  Στο κέρδος οφείλεται λειτουργικότητα καπιταλισμού, μα με παράδοξο τρόπο. Το κέρδος (πριν την έλευση του  κομμουνισμού,  ή μετά την πρωτόγονη εκδοχή του) είναι ο ο λόγος ύπαρξης της οικονομικής μονάδας  - δηλαδή της επιχείρησης που συνιστά το μόριό του συστήματος εννοούμενου ως οργανισμό. Μόνο μέσω αυτού επιτυγχάνεται η συσσώρευση κεφαλαίου και μόνο μέσω αυτού επιζεί σαν σύστημα, αλλά για να το επιτύχει αυτό πρέπει το ένα μόριο να έχει την τάση να κανιβαλίσει το άλλο. Και είναι αυτό το παράδοξο που παίρνει αξιακό χαρακτήρα  με το όρο "ανταγωνιστικότητα". Εκτενέστερα, μέσα σε τούτο το κοινωνικό σχίσμα, η ζημία που οι κάτοχοι του κεφαλαίου, σαν βρυκόλακες, προκαλούν στα θύματά τους, σημαίνει κέρδος για τους ίδιους. Κι όσο οι μεν παρακινούνται από την αναγκαιότητα επίτευξης κέρδους, τόσο οι δε προορίζονται να παίζουν το ρόλο αυτού που στο τέλος της λογιστικής υποφέρει τη ζημιά... και, εν τέλει, τοσο  η σχιζοφρένεια του συστήματος εντείνεται κι αυξάνεται.

Αυτή η αντίθεση είναι βέβαια προγενέστερη του καπιταλισμού. Κέρδος υπήρχε και πριν την άνοδό του. Ανάλογα,  η παρομοίωση του καπιταλιστή με βρυκόλακα δεν είναι νέα. Σαν τέτοια, όμως, εμφανίζεται στη σκέψη με ιδιαίτερη ένταση απ' εξαρχής του καπιταλισμού. Kαι αυτό δεν μπορεί να είναι τυχαίο. Αίφνης,  στο Φιλοσοφικό  Λεξικό του, ο Βολταίρος [1] αφιερώνει ένα κεφάλαιο στον Βρυκόλακα και ιχνηλατεί την καταγωγή της  ιδέας του ως την Ελλάδα. Αλλά όχι την Ελλάδα του Αριστοτέλη, του Πλάτωνα και του Επίκουρου, μα εκείνη της εποχής του Σχίσματος της Χριστιανικής Εκκλησίας. Ο ίδιος απορεί πώς στον 18ο αιώνα που γράφει μπορούσαν να πιστεύουν ότι Βρυκόλακες υπάρχουν. Παρατηρεί πως η δεισιδαιμονία αυτή είναι διαδεδομένη στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη, ενώ σε πόλεις όπως το Λονδίνο και το Παρίσι δεν ακούγεται λέξη γι "αυτά τα πτώματα που έβγαιναν απ' τους τάφους τους την νύχτα για να ρουφάνε το αίμα των ζωντανών".  Εκεί, όπως γράφει, υπήρξαν μόνο "χρηματιστές τοκογλύφοι κι επιχειρηματίες, που έπιναν το αίμα των ανθρώπων στο φως της μέρας, μα δεν ήταν νεκροί, μολονότι διεφθαρμένοι. Αυτοί οι αληθινοί αιμοπότες δεν κατοικούσαν σε νεκροταφεία αλλά σε πολύ ευχάριστα παλάτια".

Ο Βολταίρος γράφει στον παρατατικό, λέγοντας πως οι Βρυκόλακες καπιταλιστές "έπιναν" αίμα, και "κατοικούσαν" σε παλάτια, σαν να ήταν παραμύθι περασμένης εποχής. Όμως η αιμόποση του βρυκόλακα συνεχίζεται, και η ένταση της εκμετάλλευσης, αλλά και της αυξανόμενης καταστρεπτικότητας του τρόπου με τον οποίο ασκείται  εμφανίζει τα θύματά του τώρα συμβολικά με το νέο αρχέτυπο του ζόμπι - μιας σωματικά και διανοητικά ακρωτηριασμένης ανθρώπινης ύπαρξης που αδυνατεί να αντισταθεί. Το φαινόμενο, φυσικά, απασχολεί τη σύχρονη σκέψη και σήμερα, αλλά, όπως προειπώθηκε, με ποικίλους τρόπους.

Ο Henry A. Giroux [2] στο βιβλίο του  “Zombie Politics and Culture in the Age of Casino Capitalism” [ζόμπι πολιτική και πολιτισμός στην εποχή του καζινο-καπιταλισμού], παρατηρεί μιαν εμμονή στη μαζική κουλτούρα με την "σκοτεινή και τρομακτική εικόνα του ζόμπι. [...] Το φαινόμενο είναι τώρα κάθε βράδυ στην οθόνη της τηλεόρασης μαζί με ατελείωτα παραδείγματα της καταστροφής που εκτυλίσσεται σε πραγματικό χρόνο. [...]  Η μακάβρια παράλληλη κίνηση των «νεκρών που περπατούν» και εκείνων που είναι ζωντανοί, αλλά πεθαίνουν, και ο πόνος που προκαλείται δεν μπορεί να νοηθεί εκτός του καζινο-καπιταλισμού, που διαμορφώνει πλέον κάθε πτυχή της κοινωνίας κατ' εικόνα και ομοίωσή του [...]  που γιορτάζει τον πόλεμο ως επέκταση της πολιτικής και νομιμοποιεί έναν αδίστακτο Κοινωνικό Δαρβινισμό στον οποίο συγκεκριμένα άτομα και ομάδες απλά θεωρούνται  περιττά, μιας χρήσης, τίποτα περισσότερο από ανθρώπινα απόβλητα".

Αλλά, ως ζόμπι του εικοστού πρώτου αιώνα ο  Giroux χαρακτηρίζει και το πολιτικό προσωπικό της ελίτ που κυβερνά την αμερικανική κοινωνία, και δίπλα της όλους όσοι απερίσκεπτα συμβάλουν στην μετατροπή της οικονομίας σε "καζίνο", λειτουργώντας έτσι ως θεράποντες ή φερέφωνα της ελίτ. Τα νέα ζόμπι, εκτός από αυτούς  στις υψηλότερες βαθμίδες της κυβέρνησης, είναι και οι παρατρεχάμενοί τους που κατοικούν στα πλούσια περίχωρα της Wall Street και μπαινοβγαίνουν  στις αίθουσες "των χρυσωμένων μνημείων της απληστίας" όπως της Goldman Sachs (που ο ίδιος κατονομάζει), καθώς επίσης και μια εξαγορασμένη διανόηση που επανδρώνει και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης όπου, με την τεράστια οικονομική υποστήριξη από την εταιρική ελίτ, επεξεργάζονται το νέο πρόσωπο ενός πολιτισμού διαποτισμένου από την ιδεολογία της αγριότητας και του μίσους. Αυτό συμπίπτει με την άνοδο του αυταρχισμού, κατά τον ίδιο συγγραφέα, που αντανακλά μιαν αλόγιστη φιλαυτία σε αντίστιξη με την αλαζονική κυριαρχία στην αγορά μέσω της οποίας ασκούν πρωτοφανή εξουσία  - στην αμερικανική κοινωνία κι επέκεινα. Αυτή η Φούγκα, παραλογισμού, απληστίας, τρόμου και βίας, κατά τον δόκτορα Giroux, ανάγεται στο σκάνδαλο του καζίνο-καπιταλισμού.  Η δε, σφαγή ακολουθεί αναπόφευκτα την καταστροφή καθώς η τρέχουσα πολιτική του θανάτου έχει φτάσει σε νέα ύψη και απειλεί να μετατρέψει μιαν αδύναμη δημοκρατία σε ένα ολοκληρωτικό, αυταρχικό κράτος. Η κοινωνική δικαιοσύνη, η κοινωνική ευθύνη, τα ανθρώπινα και πολιτικά δικαιώματα, η εξάλειψη φυλετικών ή άλλων διακρίσεων, η οργάνωση της εργασίας, ο ελάχιστος μισθός, η κοινωνική ασφάλιση, υγεία, πρόνοια - κι όλα όσα συνιστούν την ύφανση μιας αξιοπρεπούς ζωής για την πλειονότητα, θα πρόσθετα - προσβάλλονται και υποχωρούν, ενώ οι επικλήσεις στις ψευδεπίγραφες αξίες οικογένεια, πατρίδα, θεός αυξάνονται με το ίδιο τέμπο,  όπως κι ο αυταρχισμός, η βία, ο σωβινισμός, ο ρατσισμός, η φτώχια...

Στα ζόμπι βέβαια περιλαμβάνει και τις παθητικές μάζες που παίρνουν το ρόλο του θύματος ενός τόσο αμείλικτου Κοινωνικού Δαρβινισμού. Στην εποχή της ζόμπι-πολιτικής υπάρχει λίγη οργή και  αντίσταση, μας λέει, αντί να βλέπουμε τεράστια, μαζική διαμαρτυρία του αμερικανικού κοινού που βομβαρδίζεται με  "ατέλειωτη επίδειξη πλούτου, απληστίας και εξουσίας. Στρατιές από ζόμπι αποζητούν μία διασκέδαση φορτωμένη με κουτσομπολιό, παιχνίδι, "ριάλιτι tv", αποσβολωμένοι με την κενή γοητεία μιας κουλτούρας διασημοτήτων".

Ο λόγος του Giroux είναι αναμφισβήτητα μία κατακραυγή. Και είναι σημαντική η επισήμανσή του ότι η ένταση με την οποία το ζόμπι στοιχειώνει την σύγχρονη κουλτούρα συμπίπτει με την νέα τάξη που επιβάλει το παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο, και την άνοδο του νεοφιλελευθερισμού. Είναι, ωστόσο, αναγκαία μία παρατήρηση σχετικά με την ανάλυσή του: Είναι διακριτό  σαν πρόβλημα ότι καταρχήν η έννοια "ζόμπι" χάνει την οξύτητα που έχει, εφόσον σχηματικά περιλαμβάνει εκμεταλλευτές κι εκμεταλλευόμενους. Στην ανάγνωση του φαινομένου από αυτόν, το ζόμπι δεν είναι μόνο ένας κατεστραμμένος, νεκροζώντανος οργανισμός, που χωρίς σκέψη και θέληση λειτουργεί σαν έρμαιο, όπως συνήθως κατανοείται σαν έννοια. Ως ζόμπι χαρακτηρίζεται κι ο ταγός της αγοράς που τρέχει μπροστάρης σε αυτόν τον αλλόφρονο καλπασμό των "αλόγων" προς τον γκρεμό. Μα έτσι, αυτοί που στις συγκεκριμένες συνθήκες του "καζινο-καπιταλισμού"οδηγούν, "στα τυφλά" υπονοείται,   μπορεί να αποκτήσουν ελαφρυντικά, λόγω μειωμένης ευθύνης... Κατά συνέπεια, και το σύστημα μπορεί να κρίνεται με επιείκεια, εφόσον καθοδηγείται από ανεύθυνους...  Τελικά, η αναγωγή της κακοδαιμονίας στο γεγονός ότι έχουμε οδηγηθεί σε τούτη τη φρίκη λόγω της έλλειψης ελέγχου του αδηφάγου χρηματοπιστωτικού συμπλέγματος , μπορεί να οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι, με έναν ορθολογικό έλεγχό του, ή άλλως, ότι με διαφορετικό μείγμα πολιτικών, η κατρακύλα ενδεχομένως θα αναχαιτιστεί, κι ότι δηλαδή αυτή η τρομακτική μηχανή που λειτουργεί εκτός ελέγχου, από μια πιο φωτισμένη δεσποτεία, επιδέχεται επισκευή και επιδιόρθωση.

Ως προς αυτό, πιο σαφής είναι ο αμερικανός πολιτικός και οικονομικός αναλυτής,  Matt Taibbi - γνωστός ως πολέμιος του νεοφιλελευθερισμού ο οποίος, όπως έχει γράψει, "έχει αναλώσει τη ζωή του για χρόνια τώρα στον  αγώνα κατά της διαφθοράς στην Wall Street" [3]. Με τρόπο παρόμοιο με αυτόν του Giroux, βάλλει κατά του συστήματος στο οποίο ο νεοσυντηρισμός, κι η κατρακύλα προς μιαν αποσάθρωση του κοινωνικού ιστού που επιφέρει, συνδιάζεται με  απληστία, απάτη και βία. Καλεί προς έλεγχο του μεγάλου τραπεζικού κεφαλαίου. Όπως διευκρινίζει, όμως, η έκκληση, η δική του και άλλων, για θέσπιση νομοθεσίας που να επιβάλει τη διάσπαση των μεγα-τραπεζών και μονοπωλίων σε μικρότερες μονάδες "δεν είναι κάποιο είδος σοσιαλιστικής προκήρυξης του τέλους του καπιταλισμού"[4]. Κι όταν ο ίδιος κατονομάζει την Goldman Sachs, ως "τη μεγαλύτερη επενδυτική τράπεζα  που, σαν τεράστια σουπιά- βρυκόλακας τυλιγμένη στο πρόσωπο της ανθρωπότητας, ανελέητα ρουφά το αίμα της για να το μεταγγίσει σε οτιδήποτε βρωμάει χρήμα" [5], δεν καλεί για ανατροπή του συστήματος, κι αν βλέπει γενικά την άνοδο του μονοπωλίου  ως πηγή της κακοδαιμονίας, δεν φαίνεται να αποδέχεται και πως είναι συστημική, εγγενής στον καπιταλισμό της απληστίας που καταγγέλλει. Ούτε πως ο βαμπιρισμός του συστήματος χρειάζεται μία μάζα καθυπότακτων χωρίς ουσιαστική βούληση και ικανότητα να αντισταθούν.

Σε τέτοιες αναλύσεις αγανάκτησης, σ' ό,τι αφορά τη χρήση της μεταφοράς του νεκροζώντανου, απουσιάζει μια ανάγνωση του δίπολου "βρυκόλακας-ζόμπι", με τέτοιο τρόπο ώστε συμβολικά να μπορεί να εκφράσει τα δύο άκρα ενός πλέγματος σχέσεων, με κυριότερη σχέση αυτή που βρίσκεται στον πυρήνα του καπιταλισμού: εννοώ τη σχέση εκμεταλλευτή με εκμεταλλευόμενο και τον ρόλο αυτού που, κατέχοντας τα μέσα παραγωγής, κατέχει και μία φαινομενικά υπερφυσική δύναμη που του επιτρέπει να καταχραστεί το σώμα και την ψυχή του συνανθρώπου του,  κυριολεκτικά πίνοντάς του το αίμα, αφαιρώντας του τη ζωτικότητα του σώματος του και μετατρέποντάς τον σε νεκροζώντανο που στερείται και την ικανότητα να κρίνει. Αυτού που κατέχει την εξουσία που του επιτρέπει από το να ακρωτηριάσει έως και να αφανίσει το σώμα και την ψυχή των καθυπότακτων που εξουσιάζει. Απουσιάζει και η επίγνωση ότι,  αναγκαστικά, για να λειτουργήσει συστηματικά αυτή η σχέση θα πρέπει το θύμα αυτής της φρικτής κατάχρησης να πάρει τα χαρακτηριστικά του άβουλου έρμαιου που, όπως ειπώθηκε, άγεται και φέρεται σ' ένα όργιο εκμετάλλευσης, καταπίεσης, αιματηρής βίας και καταστροφής. Το θύμα αυτό, ετσι, δεν εκπροσωπείται από το σύγχρονο αρχέτυπο του ζόμπι χωρίς μια σύγχυση.

Είναι προφανές ότι οποιαδήποτε προσέγγιση του φαινομένου του νεκροζώντανου τέρατος, είτε πρόκειται, απλά ή συνθετα, για μία μεταφορική σχηματοποίηση της πραγματικότητας, όπως στο παράδειγμα του Giroux, είτε σαν ερμηνευτική ανάγνωση του φαινομένου ως έκφραση του φόβου από τη βίαια κατάχρηση ανθρώπου από άνθρωπο, όπως αυτή του ΜcΝally, ούτως ή άλλως, στην καλύτερη περίπτωση συνιστά θεωρία. Ωστόσο, εφόσον η θεωρία δεν ανάγεται σε θεώρημα, το ζητούμενο ίσως είναι να δούμε ποιά προσέγγιση οδηγεί πλησιέστερα στην κατανόηση του φαινομένου και στη λύση του προβλήματος που βιώνεται ως συστημική φρικωδία εκφραζόμενη στο φαινόμενο. Σε τούτο το πλαίσιο, αν δηλαδή η επιδίωξη είναι να κατανοηθεί το πρόβλημα για να λυθεί , μια προσέγγιση του τέρατος όπως αυτή του McNally, είναι χρησιμότερη για τρεις τουλάχιστον λόγους. Ο πρώτος είναι ότι ερμηνεύοντας το φαινόμενο το ανακρίνει προσπαθώντας να δει τι κρύβεται πίσω του και στην πορεία διακρίνει πραγματικούς και υπαρκτούς φόβους που πηγάζουν από τον έκδηλο κίνδυνο και την απειλή που συνεχώς εγκυμονεί η καπιταλιστική αγορά  κατά της σωματικής και ψυχικής ακεραιότητας του σύγχρονου ανθρώπου. Ο δεύτερος είναι ότι, ακριβώς επειδή δεν παραβλέπει την βαθύτερη αντίθεση που κρύβεται πίσω από τη επιφάνεια, πράγματι αποκαλύπτει με δραματικά ανάγλυφο τρόπο αυτήν την κατηγορία ανθρώπων που μετατρέπονται ή που προορίζονται να μετατραπούν σε ζόμπι, και απέναντί τους τις δυνάμεις που επιδιώκουν να επιφέρουν αυτή τη μετατροπή. Κατά συνέπεια, αναδεικνύει και το ποιες δυνάμεις έχουν συμφέρον και υποχρέωση να αποτρέψουν αυτή την μετατροπή που απειλεί την ίδια τη φύση τους. Ο τρίτος λόγος είναι ότι μία τέτοια προσέγγιση συνιστά και ένα διδακτικό παράδειγμα που αφορά την αναγκαιότητα αποκωδικοποίησης των πολιτιστικών γεγονότων και δείχνει πώς η θεωρία  μπορεί επωφεληθεί από αυτό. Το επόμενο αναγκαίο βήμα είναι, εκτός απο ευριστική, να αποκτήσει και πρακτική χρησιμότητα. Και σ' αυτό θα εστιάσουμε παρακάτω.

Το θέμα άπτεται και του προβληματισμού για το πώς μπορεί να είναι γενικά η θεωρία, και ειδικά πως πρέπει να είναι η γλώσσα των επαναστημένων και για την αναγκαιότητα η γλώσσα αυτή, και τότε που πρέπει να  παίρνει αυστηρά επιστημονικό χαρακτήρα (στην περίπτωσή μας,  εστιάζοντας στην κοινωνικη, οικονομική και πολιτική δομή αυτού που πραγματεύεται), δεν επαρκεί απλά να μην παραβλέπει, πρέπει και να εκφράζει συνάφεια με την πολιτισμικο γίγνεσθαι εμπλουτιζόμενη από τη ανάγνωση του. Τι θα κερδίσει από αυτό;

Ειρήσθω εν παρόδω, έχει πολλάκις παρατηρηθεί πως η θεωρία του Freud, που μας απασχόλησε κι εδώ, και που έχει στοιχειώσει την σκέψη του εικοστού αιώνα, έχει τέτοια δύναμη γιατί είναι και αισθητικά πολύ ωραία. Δεν περιγράφει απλά, σωστά ή λάθος, την δυναμική της ψυχής, έχει αναφαίρετα ενσωματωμένο κι ένα αρχαίο μύθο, εμπλουτιζόμενη απ' τη δραματική δύναμη του - τον μύθο του Οιδίποδα. Οι κλινικές περιπτώσεις ψυχανάλυσης που ο ίδιος ο Freud χειρίστηκε και κατέγραψε, διαβάζονται επίσης και σαν λογοτεχνία. H ψυχανάλυση ήταν δημιούργημα, πρώτιστα τολμώ να πω, ενός μεγάλου μάστορα του λόγου.

Δεν είναι απλά θέμα αισθητικής, και είναι προφανές ότι με αυτό τον τρόπο εμπλουτίζεται η γλώσσα με στοιχεία που της επιτρέπουν να εκφράσει πιο συγκεκριμένα ή ζωντανά το ανθρώπινο δράμα και στην έκφραση αυτή να γίνει πληρέστερη και η κατανόησή του. Αυτή η στάση είναι προφανής στο έργο των κλασσικών του μαρξισμού. Δεν θα είμαι ο πρώτος, προφανώς, ούτε ο τελευταίος που θα παρατηρήσει ότι το κεφάλαιο του Μαρξ μπορεί να διαβαστεί με διάφορους τρόπους, ένας από τους οποίους είναι και σαν ανθολογία πάμπολων αναφορών σε ένα ευρύ φάσμα τού πολιτισμού και της γραμματείας διαθέσιμης στον ίδιο  [6], πέραν από αυτό που αφορά την συστηματική μελέτη και κριτική της πολιτικής οικονομίας. Αυτό δεν συνιστά μονάχα ένα κείμενο με επιπρόσθετη αισθητική αξία, με την έννοια ότι επιτρέπει την ανάγνωσή του  και σαν λογοτεχνία, αλλά το εμπλουτίζει με τρόπο που καθιστά την εικόνα του κόσμου που αποκαλύπτει πληρέστερη. Αίφνης, η πολυαναφερόμενη φράση του Μαρξ, "το κεφάλαιο είναι νεκρή εργασία, και σαν βρυκόλακας, ζει ρουφώντας ζωντανή εργασία, και ζει περισσότερο όσο περισσότερη εργασία ρουφάει" [7], είναι ταυτόχρονα μια αναφορά σ' ένα πολιτισμικό αρχέτυπο της εποχής του, και μία ποιητική μεταφορά. Για να μπορέσει να συλλάβει μία τέτοια έκφραση (πράγμα που γενικότερα είναι ενδεικτικό του ύφους της γραφής του) ο Μαρξ, εκτός από το ότι θα έπρεπε να έχει ευαίσθητη αντίληψη του πολιτισμικού γίγνεσθαι της εποχής του, να έχει διαβάσει ειδικά και ποίηση, (κι είναι γνωστό πως, όχι μόνο διάβασε, αλλά έγραψε και ποίηση). Μα δεν μένει εκεί - ένα αποτέλεσμα αυτής της στάσης και τακτικής είναι ότι η φρικωδία της κεφαλαιοκρατίας μεταφέρεται με την δέουσα έμφαση.

Τέλος, κάτι πολύ σημαντικό: είναι δοσμένο ότι ο σοσιαλισμός θα χτιστεί με ανακυκλώσιμα υλικά του αποδομημένου καπιταλισμού και, απαραίτητα, μετά την ολική κατεδάφιση του κράτους του. Μα θα πρέπει να θεωρείται επίσης δοσμένο πως για να σταθεί είναι αναγκαία η διάλυση και επανασύνθεση του πλέγματος που κληρονομεί από τον καπιταλισμό, το οποίο μετατρέπει οικονομικές αναγκαιότητες σε πολιτισμό). Άρα, η ένδειξη ότι οι επαναστατημένοι έχουν επίγνωση, όχι γενικά  και σχηματικά του τρόπου με τον οποίο η κουλτούρα αντανακλά τη δομή και το θεμέλιο, αλλά με λεπτομερή εικόνα του πώς, ενώ  στέκει πάνω απ'  τα θεμέλια του συστήματος, συνάμα το πληροφορεί, σημαίνει πως είναι ανταπόκριση σε μια επιτακτική ανάγκη: να διακρίνει στον πολιτισμό αυτό που αξίζει να διατηρηθεί και, για να κάνει αυτή την διάκριση, πρέπει να το γνωρίζει. Η κριτική  προσέγγιση αυτής της σχέσης λέει και κάτι πολύ σημαντικό για το τί είδους πολιτισμό φανταζόμαστε να χτίζεται πάνω στην νέα βάση της κοινωνίας. Κι ίσως αυτό, το πιο έκδηλο, δηλαδή η εικόνα του πολιτισμού (σε σύγκριση με το σχήμα της οικονομικής βάσης), να προσελκύει ή να αποκρούει με μεγαλύτερη δύναμη αυτούς που πρέπει να κάνουν υπόθεσή τους την θεμελίωση, ανέγερση και συντήρηση ενός νέου κοινωνικού κτίσματος. Φυσικά, αν πρόκειται για μία αλληλεπίδραση των δύο, της βάσης με το εποικοδόμημα, τότε για να είναι ζωτική και αληθινή αυτή η επίγνωση της αλληλεπίδρασης πρέπει κι από τώρα να φαίνεται στην σκέψη και τον λόγο των επαναστατημένων ο αμφίδρομος χαρακτήρας της.

***

Σημειώσεις


1. Voltaire,  Philpsophical Dictionary,  VAMPIRES
https://ebooks.adelaide.edu.au/v/voltaire/dictionary/chapter463.html

2.  Henry A. Giroux, Zombie Politics and Culture in the Age of Casino Capitalism”, Peter Lang Publishing,  2010
3.Matt Taibbi, My Advice to the Occupy Wall Street Protesters: 
Hit bankers where it hurts, Rolling Stone, 12 Oct. 2011, 
http://www.rollingstone.com/politics/news/my-advice-to-the-occupy-wall-street-protesters-20111012#ixzz492E2TSHf

4. Matt Taibbi, Why the Banks Should be Broken up, Rolling Stone,  8 April 2016
http://www.rollingstone.com/politics/news/why-the-banks-should-be-broken-up-20160408#ixzz48RXlPgkC

5. Matt Taibbi, The Great American Bubble Machine, Rolling Stone, 5 April, 2010
http://www.rollingstone.com/politics/news/the-great-american-bubble-machine-20100405#ixzz49K6WSyRc


6. Robert Paul Wolff , Moneybags Must Be So Lucky: On the Literary Structure of Capital, 
Society for Philosophy & Culture, Wellington, 2013, first published, The University of Massachusetts Press, Amherst, 1988 

7. Karl Marx. Capital, Volume I, chapter 10, section 1. [Trans. Ben Fowkes. London: Penguin Books\]

Παρασκευή 8 Απριλίου 2016

Τέρμα η πληρωμή για σεξ (ζήτω η πορνεία)




Στην Γαλλία, πληροφορούμαι, πρόσφατα ψηφίστηκε  νόμος που καθιστά παράνομη  την πληρωμή για σεξ και επιβάλει πρόστιμα ύψους μέχρι € 3.750 για όσους αγοράζουν σεξουαλική επαφή. Αυτοί  δε, που θα καταδικάζονται θα υποχρεώνονται να κάνουν μαθήματα ώστε να διδαχτούν για τις συνθήκες που αντιμετωπίζουν οι πόρνες. Περισσότερα από δύο χρόνια διαφωνιών στα δύο σώματα του κοινοβουλίου χρειάστηκαν για να περάσει η αμφιλεγόμενη νομοθεσία.

Όταν το θέμα μπήκε σε ψηφοφορία, καμιά εξηνταριά "Ελεύθεροι Επαγγελματίες" απο τον χώρο παροχής σεξουαλικών υπηρεσιών  άσκησαν το δημοκρατικό τους δικαίωμα  να διαμαρτυρηθούν, έξω από το κοινοβούλιο στο Παρίσι. Ήρεμα και πολιτισμένα. Δεν έγινε "της πουτάνας", που λένε.  Κρατούσαν πανό και πλακάτ που καλούσαν τις πόρνες να σταθούν σαν μία γροθιά απέναντι στο νόμο που τιμωρεί τους πελάτες τους. Ένα πανό  έγραφε "Μην με ελευθερώσετε,  θα το φροντίσω εγώ  για τον εαυτό μου".

Πολλοί είναι αυτοί που με σοβαρότητα διατείνονται ότι  ο νόμος θα επηρεάσει δυσμενώς  εργαζόμενους σ' αυτό τον κλάδο παροχής υπηρεσιών στην Γαλλία, όπου  υπολογίζεται ότι απασχολούνται  30.000 έως 40.000 άτομα. Προειδοποιούν πως το μοντέλο κάνει την εργασία του σεξ πιο επικίνδυνη. Η ποινικοποίηση θα αναγκάσει τους παρόχους σεξουαλικών υπηρεσιών να δέχονται πελάτες που αποκρύβουν την ταυτότητά τους, πράγμα που ωφελεί αυτούς που θέλουν να διαπράττουν βία.

Αντίθετα, άλλοι υποστηρίζουν πως ο νόμος θα ενισχύσει τους εργαζόμενους δίνοντάς τους περισσότερη ευχέρεια να ζητήσουν βοήθεια από την αστυνομία όταν χρειάζεται. Επίσης υποστηρίζουν πως ο νόμος θα καταπολεμήσει το λεγόμενο ”τράφικινγκ”, δηλαδή τα  δίκτυα εμπορίας ανθρώπων στημένα για μεταφορά κυρίως γυναικών,  από χώρα σε χώρα σε συνθήκες σκλαβοπάζαρου, με σκοπό τον βίαιο εξαναγκασμό τους να δουλεύουν σαν πόρνες.  Θα περιορίσει, λένε, την εκμετάλλευση αλλοδαπών παγιδευμένων σε εξαναγκαστική πορνεία.
Η Σουηδία, το 1999,  ήταν η πρώτη χώρα όπου ποινικοποιήθηκε η πληρωμή για σεξ και ακολούθησαν το "Νορδικό μοντέλο" της κι  άλλες χώρες - Νορβηγία το 2008, Ισλανδία, το 2009, και Βόρεια Ιρλανδία το 2014 . Νωρίτερα φέτος, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε ένα ψήφισμα για παρόμοιο νόμο που θα εφαρμοστεί σ' όλες τις χώρες της Ε Ε.
*****

Δύο σχόλια επ' αυτού


Το πρώτο  σε μορφή μάλλον ρητορικής ερώτησης: αν είναι δοσμένο ότι η πορνεία συνιστά σαρκική, ψυχολογική, και πνευματική κατάχρηση ανθρώπου από άνθρωπο,  τότε γιατί δεν εξαλείφεται στον (ανεπτυγμένο η μή) καπιταλισμό, ή άλλως, γιατί δεν καταργείται το εμπόριο του σεξ? 


Η δική μου απάντηση είναι ότι είναι αδύνατον να καταργηθεί η πορνεία σ' ένα καθεστώς όπου κυριαρχούν οι εμπορευματικές σχέσεις και το χρήμα. Υποθέτω πως η πορνεία είναι συνομήλικη του χρήματος, ίσως και γηραιότερη, ως συνομήλικη του εμπορίου. Για τούτο και θεωρείται το "αρχαιότερο επάγγελμα". Για τον καπιταλιστικό νου είναι αδιανόητη η κοινωνική συνθήκη όπου ένα άτομο θα αδυνατεί να αγοράσει ηδονή σε μία "δικαιωματική" ανταλλαγή της με το χρήμα που κατέχει. Για τον καπιταλιστικό νου, που έχει επίγνωση για το πώς δουλεύει το σύστημα, τα πάντα (πράγματα και ενέργεια... σώματα και πνεύματα) είναι αντικείμενα ενός είδους πορνείας εφόσον τα πάντα ανταλλάσσονται με χρήμα. 


Το δεύτερο σχόλιο είναι πρόσκληση στον αναγνώστη να φανταστεί κάτι αντίστοιχο με αυτό το νόμο που ποινικοποιεί την πελατεία της πορνείας. Φαντάσου ένα νόμο που ποινικοποιεί το άτομο που προβαίνει σε αγορά ή πώληση πολιτικής υπηρεσίας,  ή και επωφελείται από αυτή  άμεσα ή έμμεσα. Κι εδώ δεν εννοώ μόνο το ρουσφέτι ή την παράνομη διαπλοκή και οικονομική διαφθορά... Βέβαια αυτό προϋποθέτει να φανταστείς ένα εντελώς ουτοπικό καθεστώς. Αν υποθέσουμε, για χάρη της συζήτησης, πως μία τέτοια νομοθεσία θα μπορούσε να εφαρμοστεί, τότε θα είχαμε ένα καθεστώς χωρίς καπιταλιστές τουλάχιστον. 


Αν μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε το τμήμα της κοινωνίας που απασχολείται με παροχή πολιτικών υπηρεσιών (κάτι ανάλογο μ' αυτό των εργαζομένων στη "βιομηχανία" πορνείας) , δηλαδή ανθρώπους που πουλούν και την ψυχή τους στο διάβολο, θα είχαμε μιαν υπολογίσιμη σε αριθμό κοινωνική ομάδα: μια κάστα πολιτικών, στρατιωτικών, διανοουμένων και βάλε...  Κι αν μπορούσαμε να ξεχωρίσουμε την "πελατεία" τους, θα είχαμε πάλι μία μειονότητα ανθρώπων με υψηλό δείκτη (όχι νοημοσύνης κατ' ανάγκην) εισοδήματος. Μία κοινότητα ανθρώπων ταξικά αναγνωρίσιμη. 


Και καταλήγω στο συμπέρασμα ότι, εφόσον δεν είναι δυνατόν να ποινικοποιηθεί η παροχή και αγορά πολιτικών υπηρεσιών, ή άλλως, εφόσον δεν μπορεί να περιοριστεί με νόμο η χειρότερη απ' όλες τις μορφές πορνείας την οποία ασκούν οι πάροχοι πολιτικών υπηρεσιών (δηλαδή η κάστα που συνίσταται από το χειρότερο είδος πόρνης -  της πόρνης στην ψυχή και στο πνεύμα), μία νομοθεσία για τους πελάτες των ιερόδουλων είναι πάντα, σαν πρόθεση και σαν πράξη, υποκριτική. 


Θα μου πεις, τι μπορεί να γίνει στον καπιταλισμό με διακηρυγμένο σκοπό την υπεράσπιση  δικαιωμάτων που να μην είναι υποκριτικό;

Image borrowed from bbc

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Βανδαλισμός στο... Αιδοίο της Βασίλισσας!





Βανδαλισμός στο... Αιδοίο της Βασίλισσας; 
Ουαί τοις βαρβάροις!

Το μνημειακής κλίμακας γλυπτό του Anish Kapoor, "Dirty Corner" [βρώμικη γωνία] γίνεται πάλι αντικείμενο βανδαλισμού από φασιστοειδή που έγραψαν με σπρέι αντισημιτικά συνθήματα πάνω του.

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

γλυπτό για τον αύλειο χώρο του Μεγάρου Μαξίμου;









Αναρωτιόμουν τι συνειρμούς θα δημιουργούσε στον αναγνωστη η θέα του ομολογουμένως χυδαίου γλυπτού, Futura, του Τσέχου καλλιτέχνη David Černý.  Προσωπικά, σε γενικές γραμμές, αισθάνομαι ότι σχεδόν οποιαδήποτε καλλιτεχνική χυδαιότητα αυτοαναιρείται σαν τέτοια, όταν απευθύνεται κριτικά στην πολιτική χυδαιότητα του χρόνου και το τόπου της, τα όρια των οποίων παραβιάζει, αν έχει εικαστική δύναμη. Αίφνης, η εντύπωση μου είναι πως το γλυπτό θα ταίριαζε τέλεια με τον αύλειο χώρο του Μεγάρου Μαξίμου...


Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2014

παπαρούνες




Η παραπάνω εικόνα είναι μια όψη του έργου τέχνης που φιλοτέχνησαν
οι Paul Cummings και Tom Piper. Μια πρωτότυπη κατασκευή με κεραμικές παπαρούνες 'εις μνημην' των πεσόντων Βρετανών στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, τοποθετημένη στο βασιλικό  χώρο έξω από το Tower of London, η οποία τιτλοφορείται  'Blood Swept Lands and Seas of Red' [χώρες βαμμένες στο αίμα και κόκκινες θάλασσες]. Μέχρι τις 11 του Νοέμβρη, όταν το έργο θα έχει αποπερατωθεί και οι κεραμικές παπαρούνες θα συμπληρωθούν, φτάνοντας τις 888,246 - όσες και ο υπολογισμένος αριθμός των Βρετανών που χάθηκαν στον πόλεμο - υπολογίζεται πως εκατομμύρια Βρετανών θα το έχουν επισκεφτεί.


Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Μαύρο γάλα



Μαύρο γάλα απ' το πρωί σε πίνουμε το σούρουπο
σε πίνουμε το μεσημέρι και την αυγή σε πίνουμε το βράδυ
σε πίνουμε και πίνουμε
σκαλίζουμε ένα τάφο στον ουρανό όπου είναι ευρύχωρα για να ξαπλώσουμε

Σε μια απ' τις αίθουσες του Royal Academy (Λονδινο) όπου εκτίθενται τα έργα του Anselm Kiefer , σαν σημείο αναφοράς για την τέχνη του, υπάρχει το ποίημα 'Φούγκα Θανάτου, [Death Fuge], του Paul Celan, απο το οποίο αποσπάστηκαν οι παραπάνω πρώτοι στίχοι.

Ο θάνατος είναι το αφεντικό μιας συμμορίας, σκοτεινή Γερμανία, τα μάτια του είναι γαλανά και σε πυροβολεί με μολύβδινες σφαίρες
στόχος του είναι η αλήθεια, έγραψε ο Paul Celan.

Μια ατμόσφαιρα θανάτου διαχέεται σε πολλά από τα έργα του Κiefer, αλλα δεν είναι ένας μεταφυσικός κι αφηρημένος θάνατος. Είναι μάλλον αυτός που προκαλούν "συμμορίες" ανθρώπων, έχει γαλανά μάτια. Είναι ο θάνατος που πάντα βάζει την αλήθεια στο πρώτο στόχαστρό του.

✴✴✴✴✴


Στο Αsh Flower, έργο εμπεμπνευσμένο από το ποίημα Φούγκα Θανάτου (ένας τεράστιος πίνακας διαστάσεων 4×7μ, περίπου),  η στάχτη, απλωμένη στην επιφάνεια του, λειτουργεί κυριολεκτικα σαν αυτό που κατακάθεται απο την ατμόσφαιρα, σαν αυτό που απομένει μετά απο αποκαλυπτική πτώση φωτιάς.  Τα υλικά του περιλαμβάνουν και άργυλο που έχει ραγίσει και φαίνεται σαν ξεραμένη γη. Ένα αποξηραμένο κολοσσιαίο ηλιοτρόπιο, μετέωρο από την κορυφή έως τη βάση, χωρίζει τον πίνακα στη μέση.


Ο Αnselm Kiefer, για πολλούς, ο μεγαλύτερος Γερμανός ζωγράφος  της εποχής μας, έγινε γνωστός αρχικά από μια χειρονομία με αμφίλογες ερμηνείες. Ηταν η εικόνα του ίδιου με τον βραχίωνα τεντωμένο και ψηλά -  σε Ναζί χαιρετισμό. Αναμφισβήτητη αναφορά στο ιστορικό παρελθόν της χώρας του, κατά την ιστορική φάση  (τις δυο πρώτες δεκαετίες μετά τον πόλεμο) οπου οι περισσότεροι συμπατριώτες του συμπεριφέρονταν ωσάν να το είχαν σπρώξει στο βάθος μιας  απωθημένης συλλογικής μνήμης. Σαν να αισθάνονταν έντονη ντροπή για τη συμμετοχή, για την στάση την δική τους ή των προγόνων τους σε σχέση με κάτι αποτρόπαιο κι ολοκληρωτικά απάνθρωπο.


Μπορεί κατά καιρούς διάφοροι φιλελεύθεροι τεχνοκριτικοί να προσπάθησαν να ουδετεροποιήσουν το νόημα των εικαστικών χειρονομιών του Kiefer. Για το τι εννοούσε με αυτή την συγκεκριμένη χειρονομία του, έχει απαντήσει. Σε μια συνέντευξη πχ είπε:"Ότι τα πράγματα δεν τελείωσαν το 1945 ούτε ένας δικαστής ή δικηγόρος δεν διώχτηκε ως αποτέλεσμα του πολέμου. Μεγάλο μέρος του κρατικού μηχανισμού παρέμεινε όπως ήταν."

Το οτι έτσι έγινε τότε, εξηγεί γιατί έτσι γίνεται τώρα.



Η σχεδόν ιδια με το ναζιστικό χαιρετισμό χειρονομία εμφανίζεται σε μια σειρά εργα του Kiefer όπου δείχνει μνημεία του Μάο που χαιρετά με τον βραχίωνα υψωμενο πρός ενα νοητό ακροατήριο.
Οταν ενας δημοσιογράφος που του έπαιρνε συνέντευξη  προσπάθησε να ερμηνεύσει τον συμβολισμό ως κοινή χειρονομία των Χιτλερ και Μάο, σαν μια γενική αναφορά στον "ολοκληρωτισμό", τσουβαλιάζοντας χοντροκομμένα με τον ίδιο χαρακτηρισμό  τους δύο, ο Kiefer τον διόρθωσε υπονοώντας  οτι οι χειρονομίες ήταν νοηματικά πολύ διαφορετικές:

"Ήταν πολλοί διαφορετικοί. Ο Μάο ήταν ένας ποιητής, Ο Χίτλερ ήταν κάθε άλλο παρά ποιητής [...]" είπε, συμπληρώνοντας πως ο Χίτλερ ξεκίνησε ως κατακτητής, Ο Μάο ξεκίνησε ως ελευθερωτής.


Ο Kiefer έχει εκφράσει την άποψη οτι δεν πρέπει να δίνεται ποτέ και σε κανένα απόλυτη κι ανεξέλεγκτη εξουσία. Απόλυτη πολιτική εξουσία όμως ασκείται και συλλογικά, απο την τάξη που κατέχει το μονοπώλιο της οικονομικής δύναμης. Αυτή η τάξη δεν χρειάζεται πάντα 'τενεκεδενιους' δικτάτορες για να προβεί σε θηριωδίες.

Είναι σίγουρο ότι όταν η Βασιλική Ακαδημία προγραμμάτισε την έκθεση δεν θα μπορουσε να προβλέψει τα σημερινά γεγονότα. Το έργο του Kiefer γίνεται επίκαιρο οχι σαν αναφορά μονάχα στο τραγικό παρελθον της πατρίδας του, αλλά ολοένα και περισσότερο στο παρόν της,
ειδωμένο μέσα  στο πλαίσιο  του τραγικού παρόντος ενος κοσμου που αδυνατεί να διδαχτεί απο την ιστορία...

------------

Images borrowed from the guardian

Τρίτη 3 Ιουνίου 2014

Με το όσχεο καρφωμένο στο πάτωμα





Εχτές έτυχα σ’ ένα ‘πηγαδάκι’ περί (τι μας απασχολεί περισσότερο τάχα;) πολιτικής. Κάποιος έλεγε ότι τον ελληνικό λαό τον «έχουν κάτσει κάτω». Ένας άλλος είπε τότε ότι «φταίει κι αυτός… και ότι ο ίδιος, από μόνος του, κωλόκατσε,». Ένας τρίτος είπε ότι «έχει καθηλωθεί σαν να του έχουν καρφώσει τ’ αρχίδια στο πάτωμα…»

Και θυμήθηκα την εικόνα του Ρώσου καλλιτέχνη Πιότρ Πεβλέσκι που κάρφωσε το όσχεο του στην Κοκκινη Πλατεία, σ΄ ένα πολιτικό δρώμενο, σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τον μετατροπή της Ρωσίας σε Αστυνομικό Κράτος.

Το δρώμενο αυτό συμβολίζει τον ελληνικό λαό… (imagine)

***
image borrowed from here

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2013

Η ΤΕΧΝΗ ΣΤΗΝ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ακόμα κι εδώ, όπως πάντοτε, ο Sancho είναι άτυχος στα πρακτικά του παραδείγματα. Σκέφτεται ότι κανένας δε θα μπορούσε «να κάνει στη θέση σου τις μουσικές σου συνθέσεις, να φτιάξει τους πίνακες που σχεδίασες. Κανείς δεν μπορεί ν’ αντικαταστήσει τα έργα του Ραφαήλ». Αλλά ο Sancho θα ’πρεπε να ξέρει ότι κάποιος άλλος, κι όχι ο Μότσαρτ, έγραψε και σύνθεσε το μεγαλύτερο μέρος του Requiem του Μότσαρτ, ότι ο Ραφαήλ «εκτέλεσε» προσω­πικά το μικρότερο μέρος των τοιχογραφιών του.

Αυτός φαντάζεται ότι οι αποκαλούμενοι οργανωτές της εργασίας θέλουν να οργανώσουν την ολική δραστηριότητα του κάθε ατόμου, ενώ ακριβώς αντίθετα αυτοί κάνουν διά­κριση μεταξύ της άμεσα παραγωγικής εργασίας, που οργα­νώνεται, και της μη άμεσα παραγωγικής εργασίας. Αλλά σε τούτα τα έργα αυτοί δε σκέφτονται, όπως φαντάζεται ο Sancho, ότι ο οποιοσδήποτε θα ’πρεπε να εργάζεται στη θέση του Ραφαήλ, αλλά ότι οποιοσδήποτε έχει τα προσόντα του Ραφαήλ πρέπει να μπορέσει ν’ αναπτυχθεί ανεμπόδιστα.
Ο Sancho φαντάζεται ότι ο Ραφαήλ ζωγράφισε τους πίνακές του ανεξάρτητα από τον καταμερισμό της εργασίας που υπήρχε στη Ρώμη στον καιρό του. Αν συγκρίνει τον Ραφαήλ με τον Λεονάρντο Ντα Βίντσι και τον Τιτσιάνο θα δει ότι τα έργα του πρώτου επηρεάστηκαν από την άν­θιση της Ρώμης εκείνης της εποχής, που γνώρισε μια πλήρη ανάπτυξη χάρη στη φλωρεντινή επιδράση, ότι τα έργα του Λεονάρντο επηρεάστηκαν από την κατάσταση στη Φλωρεν­τία κι εκείνα του Τιτσιάνο, αργότερα, από την καθόλου διαφορετική ανάπτυξη της Βενετίας. Ο Ραφαήλ, όπως κάθε άλλος καλλιτέχνης, επηρεαζόταν από τις τεχνικές προόδους της τέχνης, που επιτεύχθηκαν πριν απ’ αυτόν, από την οργάνωση της κοινωνίας και τον καταμερισμό της εργασίας στην πόλη του και τέλος από τον καταμερισμό της εργασίας σ’ όλες τις χώρες με τις οποίες σχετίζονταν η πόλη του. Τα αν ένα άτομο όπως ο Ραφαήλ μπορεί ν’ αναπτύξει το ταλέντο του εξαρτάται από τον καταμερισμό της εργασίας κι από τις πολιτιστικές συνθήκες των ανθρώπων που προκύπτουν από αυτόν (τον καταμερισμό).
Διακηρύσσοντας τη μοναδικότητα της επιστημονικής και καλλιτεχνικής εργασίας ο Stirner τοποθετείται εδώ σε πολύ χαμηλότερο επίπεδο από την αστική τάξη. Έχει θεωρηθεί ήδη αναγκαίο να οργανωθεί αυτή η «μοναδική» δραστηριότητα. Ο Horace Vernet δε θα είχε τον καιρό να ζωγραφίσει ούτε το δέκατο μέρος των κάδρων του αν τα είχε θεωρήσει εργασίες «που μόνο αυτός ο μοναδικός μπορεί να εκπληρώσει». Στο Παρίσι η μεγάλη ζήτηση vaudevilles και μυθιστορημάτων δημιούργησε μια οργάνωση για την παραγωγή αυτών των ειδών που δίνει πάντα καλύτερα αποτελέσματα από τους «μοναδικούς» ανταγωνιστές της στη Γερμανία. Στο χώρο της αστρονομίας άνθρωποι σαν τον Arago, τον Herschel, τον Encke και τον Bessel θεώρησαν αναγκαίο να οργανωθούν για από κοινού παρατηρήσεις, και μοναχά αφού το έκαναν μπόρεσαν να πραγματοποιήσουν ένα κάποιο ικανοποιητικό αποτέλεσμα. Στην ιστοριογραφία είναι εντελώς αδύνατο να κάνει κανείς κάτι για το «μοναδικό» κι εδώ επίσης οι γάλλοι, χάρη στην οργάνωση της εργασίας, έχουν ξεπεράσει εδώ και πολύ καιρό τα άλλα έθνη. Από την άλλη πλευρά, εννοείται ότι όλες αυτές οι οργανώσεις που είναι θεμελιωμένες στο σύγχρονο καταμερισμό της εργασίας δεν οδηγούν ακόμα παρά σε εξαιρετικά περιορισμένα αποτελέσματα κι αντιπροσωπεύουν μια πρόοδο μονάχα σε σχέση με τη στενόχωρη απομόνωση του παρελθόντος.

Πρέπει ακόμα να υπογραμμιστεί ειδικότερα ότι ο Sancho συγχέει την οργάνωση της εργασίας με τον κομμουνισμό κι έτσι φτάνει να εκπλήσσεται επειδή «ο κομμουνισμός» δεν ανταποκρίνεται στις αμφιβολίες του σχετικά μ’ αυτή την οργάνωση. Με τον ίδιο τρόπο ένα χωρικός από τη Γασκώνη εκπλήσσεται επειδή ο Arago δεν ξέρει να του πει πάνω σε πιο αστέρι έχει στήσει την αυλή του ο καλός Θεός.

Η αποκλειστική συγκέντρωση του καλλιτεχνικού ταλέντου σε μερικά άτομα κι η κατάπνιξή του στη μεγάλη μάζα, με την οποία είναι συνυφασμένο, είναι συνέπεια του καταμερισμού της εργασίας. Ακόμη κι αν σε ορισμένες κοινωνικές συνθήκες ο καθένας μπορούσε να είναι εξαιρετι­κός ζωγράφος, αυτό δε θά απέκλειε το να είναι ο καθένας ένας πρωτότυπος ζωγράφος, έτσι που ακόμα κι εδώ η διά­κριση μεταξύ «ανθρώπινης» εργασίας και «μοναδικής» εργασίας καταλήγει σε καθαρό παραλογισμό. Σε μια κομ­μουνιστική οργάνωση της κοινωνίας παύει σε κάθε περί­πτωση η ταξινόμηση του καλλιτέχνη σε στενά τοπικά κι εθνικά όρια, που απορρέει αποκλειστικά από τον καταμε­ρισμό της εργασίας, και η ταξινόμηση του ατόμου μέσα σε μιά καθορισμένη τέχνη, εξ αιτίας της οποίας αυτός είναι αποκλειστικά ένας ζωγράφος, ένας γλύπτης, κ.λπ.: ονό­ματα που εκφράζουν βέβαια επαρκώς την περιοριστικότητα της επαγγελματικής του ανάπτυξης και την εξάρτησή του από τον καταμερισμό της εργασίας. Σε μια κομμουνιστική κοινωνία δεν υπάρχουν ζωγράφοι, αλλά το πολύ πολύ άν­θρωποι που, κοντά στ’ άλλα, ζωγραφίζουν.

πηγή Κείμενα για τη λογοτεχνία και την τέχνη, Μαρξ-΄Ενγκελς, παρ. C. Salinary, εκδ. Εξάντας

Παρασκευή 2 Νοεμβρίου 2012

λυκάνθρωπος





Προσπαθώντας να φτιάξω αυτο το φωτομοντάζ έψαξα στο Ίντερνετ για εικόνες λύκων – και βρήκα πολλές.

Απο εκατοντάδες εικόνες δεν βρήκα ούτε μια εικόνα λύκου που να είναι πιο απωθητική απο την εικόνα του Σόιμπλε. Φταίει που αγαπώ τα ζώα και ιδιαίτερα τους φίλους μας τους σκύλους; Θα ήταν μεγάλη κακία μου να ομολογήσω ότι βρίσκω τελικά το φωτομοντάζ να αδικεί τον λύκο;

Συγχωρέστε με, κ Σόιμπλε.

Παρασκευή 17 Αυγούστου 2012

Sebika


Ξημέρωμα.

Επιστροφή απο μια μακρινή νύχτα...

... στάση για καφέ σε καντίνα της παραλίας

(Έχεις ακούσει το  Sebika?)

με τους Anouar Brahem, Jan Garbarek & Ustad Shaukat Hussain

 


Σάββατο 30 Ιουνίου 2012

κόλαση φωτιάς







 

Την ώρα που γράφω, αμέτρητες εκτάσεις είναι καλυμμένες απο  χόβολη και στάχτη στο Κολοράντο που ακόμα καίγεται. Ψάχνοντας για νέα, έπεσα πάνω στο USA Today (http://www.usatoday.com/) όπου κάθε βίντεο με θέμα την κόλαση φωτιάς αρχίζει με μια αηδιαστική (ultra-consumerist) διαφήμιση, απο την οποία διαρρέει σαν ευκοίλια η φιλοσοφία της απληστίας. Δεν μέτρησα πόσες φορές ο αντιπαθέστατος τύπος (μπορεί και να μη φταιει αυτός  – αν είναι ηθοποιός, τον ρόλο του παίζει ο άνθρωπος... ) προφέρει την λέξη more and more and more and more3 (=περισσότερο, κι άλλο, κι άλλο ... κι ακόμα)... πριν αρχίσει η είδηση για σπίτια που καίγονται, για χιλιάδες ζώα που αποτεφρώθηκαν, για μια κόλαση και απόγνωση που επεκτείνεται...  

Σκέφτηκα για τον ακούσιο, παράπλευρο συμβολισμό της διαφήμισης, κι ότι αυτή η τόσο βαθιά ενσωματωμένη στο σύστημα απληστία έχει μετατραπεί στην φωτιά που τους καιει. Κόλαση κι απόγνωση, κι όμως αυτοί που διαπράττουν τις μεγαλύτερες αμαρτίες κατά της «μητέρας φύσης» δεν πληρώνουν γι αυτές, πληρώνει ακριβά η φύση δυστυχώς, και εχει  αρχισει να μας τιμωρεί όλους, ένοχους κι αθώους.

Η Αμερική δεν είναι μακριά. Οι πρόσφατες πυρκαγιές σε Αττική και Κορινθία ανακάτεψαν κι εδώ λίγο το ίζημα απο μνήμες της λαίλαπας του 2007. Αλλά έφεραν άραγε στην επιφάνεια, σ’ ότι αφορά την προστασία των δασών και γενικότερα το ζήτημα του περιβάλλοντος, την διαπίστωση ότι το φαύλο κράτος μας εξακολουθεί να διαγράφει τους φαύλους κύκλους του;

Η κρίση και η εστίαση στον άμεσο εφιάλτη που βιώνουμε έχει ζουλήξει στα πολιτικά απωθημένα την προβληματική για ένα όχι και τόσο μελλοντικό εφιάλτη – τον περιβαλλοντικό.

Θα επακολουθήσουν δυο άρθρα, σαν αρχή, στο θέμα