Η σχισμή της πλάκας έκθεσε
τα σκουριασμένα σίδερα
Και χάσκει το μαύρο ανακατεμένο
με αϋπνία
Η παραίσθηση από την πείνα
έκθεσε, τα χνώτα της απόγνωσης
Και βλέπω το μαύρο γύρω
απ’ τα μάτια που με κοιτούν χωρίς να με βλέπουν
Απ’ έξω, ο παχύς λόγος
προς κάθε «εγώ χωρίς εσύ» εκθέτει την ανυπαρξία μου
Και ακούω εκείνη την ισχνή
φωνή να λέει: «ώρα να πηγαίνεις»
Κι έχω επίγνωση: το νούμερο
μου είναι ήδη παιγμένο
Το χαρτί μου καμένο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου