Στην πορεία της καπιταλιστικής συσσώρευσης αυξάνει η συνολική μάζα του κεφαλαίου. Τα διάφορα μέρη του, όμως, δεν αλλάζουν με τον ίδιο τρόπο, πράγμα που οδηγεί στην αλλαγή της σύνθεσης του κεφαλαίου.
Οταν λέμε σύνθεση του κεφαλαίου εννοούμε τη σχέση του σταθερού κεφαλαίου (σ) προς το μεταβλητό κεφάλαιο (μ) (σ/μ). Και αλλαγή της σύνθεσης του κεφαλαίου σημαίνει ότι αυξάνεται το σταθερό κεφάλαιο και μειώνεται σχετικά το μεταβλητό κεφάλαιο.
Η σύνθεση του κεφαλαίου έχει τρεις εκφράσεις: Ο καπιταλιστής συσσωρεύοντας υπεραξία και διευρύνοντας την επιχείρησή του, εισάγει συνήθως καινούριες μηχανές και τεχνικές τελειοποιήσεις γιατί αυτό του υπόσχεται αύξηση των κερδών. Ανάπτυξη της τεχνικής σημαίνει πιο γρήγορη αύξηση εκείνου του μέρους του κεφαλαίου που υπάρχει με τη μορφή των μέσων παραγωγής, δηλαδή του σταθερού κεφαλαίου. Απεναντίας πολύ αργά αυξάνει εκείνο το μέρος του κεφαλαίου που ξοδεύεται για την αγορά της εργατικής δύναμης, δηλαδή το μεταβλητό κεφάλαιο.
Η σχέση της μάζας των χρησιμοποιούμενων μέσων παραγωγής προς την απαιτούμενη για τη χρησιμοποίησή τους ποσότητας εργασίας, ονομάζεται τεχνική σύνθεση του κεφαλαίου.
Η σχέση της αξίας των μέσων παραγωγής (σταθερό κεφάλαιο) προς την αξία της εργατικής δύναμης (μεταβλητό κεφάλαιο) ονομάζεται αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου.
Ανάμεσα στην τεχνική και αξιακή σύνθεση του κεφαλαίου, στο βαθμό που καθορίζεται από την τεχνική του σύνθεση και αντανακλά τις αλλαγές της ονομάζεται οργανική σύνθεση του κεφαλαίου.
Η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου δεν είναι η ίδια στους διάφορους κλάδους της βιομηχανίας και στις διάφορες επιχειρήσεις του ίδιου κλάδου. Εκεί, όπου στον κάθε εργάτη αναλογούν περισσότερες σύνθετες και ακριβές μηχανές, περισσότερες επεξεργασμένες πρώτες ύλες είναι υψηλότερη.
Εκεί, όπου υπερτερεί η ζωντανή εργασία, ενώ οι μηχανές και οι πρώτες ύλες που αναλογούν στον κάθε εργάτη είναι λιγότερες και στοιχίζουν σχετικά όχι ακριβά είναι χαμηλότερη.
Ας πάρουμε σαν παράδειγμα ένα κεφάλαιο από 100.000. Ακόμα, ας υποθέσουμε ότι από αυτό το κεφάλαιο το ποσό των 80.000 ξοδεύτηκε για σταθερό κεφάλαιο και των 20.000 για μεταβλητό κεφάλαιο.
Στην περίπτωση αυτή, η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου (σ+μ) θα είναι: 80σ + 20μ ή σε αναλογία 4:1.
Με τη συσσώρευση του κεφαλαίου αυξάνεται η οργανική σύνθεση του κεφαλαίου: μικραίνει το μερίδιο του μεταβλητού κεφαλαίου, μεγαλώνει το μερίδιο του σταθερού κεφαλαίου.
Στην πορεία της καπιταλιστικής αναπαραγωγής με τη συγκέντρωση και τη συγκεντροποίηση μεγαλώνουν οι διαστάσεις ορισμένων κεφαλαίων.
Συγκεντροποίηση του κεφαλαίου ονομάζεται η αύξηση των διαστάσεων του κεφαλαίου σαν αποτέλεσμα της συνένωσης κάμποσων κεφαλαίων σε ένα πιο μεγάλο κεφάλαιο.
«Το κεφάλαιο αυξάνει, εδώ - γράφει ο Μαρξ - κατά μεγάλες μάζες σε ένα χέρι, επειδή εκεί χάνεται από πολλά χεριά. Αυτή είναι η καθαυτό συγκεντροποίηση σε διάκριση από τη συσσώρευση και τη συγκέντρωση»1. Η συγκεντροποίηση του κεφαλαίου πραγματοποιείται βασικά:
α) Με την πάλη του συναγωνισμού που διεξάγεται με το φτήνεμα των εμπορευμάτων. Η φτήνια των εμπορευμάτων εξαρτάται από την παραγωγικότητα της εργασίας και η παραγωγικότητα της εργασίας εξαρτάται από την κλίμακα της παραγωγής. Γι' αυτό τα μεγάλα κεφάλαια νικούν τα μικρά κεφάλαια. Με την ανάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής αυξάνει το ελάχιστο μέγεθος του ατομικού κεφαλαίου που απαιτείται για να λειτουργήσει, κάτω από κανονικούς-όρους, μια επιχείρηση.
β) Με το πιστωτικό σύστημα που προσελκύει, με αόρατα νήματα στα χέρια ατομικών ή συνεταιρισμένων κεφαλαιοκρατών, τα μεγαλύτερα ή μικρότερα χρηματικά ποσά που είναι σκόρπια πάνω στην επιφάνεια της κοινωνίας, γίνεται ένα καινούριο και τρομερό όπλο στην πάλη του συναγωνισμού για τη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Να γιατί ο Κ. Μαρξ γράφει: «Στο βαθμό που αναπτύσσεται η κεφαλαιοκρατική παραγωγή και συσσώρευση, στον ίδιο βαθμό αναπτύσσεται και ο συναγωνισμός και η πίστη, αυτοί οι δύο ισχυρότεροι μοχλοί της συγκεντροποίησης»2.
Ο κεφαλαιοκρατικός πληθυσμιακός νόμος και οι μορφές του σχετικού υπερπληθυσμού
Στις συνθήκες του καπιταλισμού η αύξηση της παραγωγής συνοδεύεται από την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου. Η ζήτηση της εργατικής δύναμης καθορίζεται από τις διαστάσεις όχι ολόκληρου του κεφαλαίου, αλλά μόνο του μεταβλητού μέρους του.
Στον καπιταλισμό, με τη συσσώρευση του κεφαλαίου και την αύξηση της οργανικής σύνθεσης του κεφαλαίου, η ζήτηση των εργατικών χεριών περιορίζεται σχετικά, αν και η αριθμητική δύναμη του προλεταριάτου γενικά αυξάνεται με την ανάπτυξη του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. «Επομένως, ο εργατικός πληθυσμός, παράγοντας ο ίδιος της συσσώρευσης του κεφαλαίου, παράγει ταυτόχρονα σε αυξανόμενη έκταση τα μέσα που τον κάνουν σχετικά υπεράριθμο» 3.
Αυτός είναι ένας ιδιαίτερος νόμος κίνησης του πληθυσμού, χαρακτηριστικός για τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, όπου τα μέσα παραγωγής χρησιμοποιούνται σαν κεφάλαιο.
Ο βιομηχανικός εφεδρικός στρατός σαν αναγκαίο προϊόν της καπιταλιστικής συσσώρευσης γίνεται ισχυρός μοχλός της συσσώρευσης του κεφαλαίου. Ο εργατικός υπερπληθυσμός: «Αποτελεί ένα διαθέσιμο βιομηχανικό εφεδρικό στρατό που ανήκει στο κεφάλαιο τόσο απόλυτα, σαν να τον είχε φτιάξει με δικά του έξοδα»4.
Είναι απαραίτητο να ξεχωρίζουμε τις παρακάτω βασικές μορφές του σχετικού υπερπληθυσμού:
Ο ρευστός υπερπληθυσμός (ρευστή μορφή ανεργίας) αποτελείται από τους εργάτες που χάνουν τη δουλιά τους, για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, επειδή περιορίζεται η παραγωγή, εισάγονται νέες μηχανές, κλείνουν επιχειρήσεις.
Ο ρευστός υπερπληθυσμός συνδέεται με το ότι στον καπιταλισμό οι διάφοροι κλάδοι και επιχειρήσεις αναπτύσσονται ανισόμετρα και χωρίς κανένα σχέδιο, η συσσώρευση του κεφαλαίου και οι αλλαγές στην τεχνική και οργανική σύνθεση του κεφαλαίου γίνονται ανισόμετρα. Συνδέεται επίσης και με τις οικονομικές κρίσεις υπερπαραγωγής, όπου ο ρευστός υπερπληθυσμός αυξάνει απότομα με τις απολύσεις των εργατών.
Ο λανθάνων υπερπληθυσμός (υποαπασχόληση) αποτελείται από κατεστραμμένους μικροπαραγωγούς, προπαντός από φτωχούς αγρότες και εργάτες γης, που μόνο ένα μικρό μέρος του χρόνου απασχολούνται στην αγροτική οικονομία, δε βρίσκουν δουλιά στη βιομηχανία και φυτοζωούν στο χωριό.
Στο βαθμό που η κεφαλαιοκρατική παραγωγή αγκαλιάζει τον ένα κλάδο της αγροτικής οικονομίας μετά τον άλλο και διαδίδεται σημαντικά η χρησιμοποίηση των μηχανών, η βασική μάζα της αγροτιάς καταστρέφεται ολοένα και περισσότερο, ενώ η ζήτηση της εργατικής δύναμης στην αγροτική οικονομία ελαττώνεται απόλυτα. Ενα μέρος του καταστρεφόμενου αγροτικού πληθυσμού μετατρέπεται διαρκώς σε βιομηχανικό προλεταριάτο ή πυκνώνει το στρατό των ανέργων στις πόλεις, ενώ μια σημαντική μάζα του αγροτικού πληθυσμού παραμένει στο χωριό όπου μόνο μερικά απασχολείται στην αγροτική οικονομία.
Ο στάσιμος υπερπληθυσμός (σταθερή ανεργία) αποτελείται από τις πολυάριθμες ομάδες ανθρώπων, που έχασαν τη μόνιμη δουλιά τους, βρίσκουν απασχόληση εξαιρετικά δύσκολα και πληρώνονται σημαντικά χαμηλότερα από το συνηθισμένο επίπεδο του μισθού εργασίας. Είναι το πλατύ στρώμα των εργαζομένων που απασχολούνται στη σφαίρα της καπιταλιστικής δουλιάς, στο σπίτι, καθώς και εκείνων που αποζούν από ευκαιριακά μεροκάματα.
Το κατώτερο στρώμα του σχετικού υπερπληθυσμού το αποτελούν οι πάουπερ, δηλαδή φτωχοί που από καιρό έχουν διωχτεί από την παραγωγή χωρίς καμιά ελπίδα να ξαναβρούν μόνιμη εργασία και που ζουν από ευκαιριακές δουλιές. Σε αυτούς ανήκουν οι σακάτηδες, οι ανάπηροι της δουλιάς, οι γέροι και άλλοι. Ενα μέρος από αυτούς τους ανθρώπους ζητιανεύει.
Οι αστοί οικονομολόγοι προσπαθούν να δικαιολογήσουν την ύπαρξη της ανεργίας στον καπιταλισμό, επικαλούμενοι τους αιώνιους νόμους της φύσης.
Σύμφωνα με τον «πληθυσμιακό νόμο» που σοφίστηκε ο Μάλθους από τον καιρό της εμφάνισης της ανθρώπινης κοινωνίας, ο πληθυσμός πολλαπλασιάζεται τάχα με γεωμετρική πρόοδο (δηλαδή 1, 2, 4, 8, κλπ.), ενώ τα μέσα συντήρησης λόγω του περιορισμένου χαρακτήρα του φυσικού πλούτου, αυξάνουν κατά αριθμητική πρόοδο (δηλαδή 1, 2, 3, 4, κλπ.). Η θεωρία αυτή του Μάλθους δεν είναι μόνο αντιδραστική, αλλά και δεν έχει τίποτα το κοινό με την πραγματικότητα. Η ισχυρή τεχνική που έχει στη διάθεσή της η ανθρωπότητα είναι σε θέση να αυξάνει την ποσότητα των μέσων συντήρησης με ρυθμούς που δεν μπορεί να τους φτάσει και η πιο γρήγορη αύξηση του πληθυσμού. Εμπόδιο σε αυτό στέκει ο καπιταλισμό.