Κάνω μιαν εμπειρική διαπίστωση πως στο μυαλό εκείνου που ακούει διάφορα είδη μουσικής, δύσκολα γεννάται σαν πρόβλημα το ερώτημα αν ένα είδος της μπορεί να θεωρηθεί ανώτερο από άλλο. Για κείνον, το ερώτημα παραμένει θεωρητικό, αφορώντας την ψυχολογία ή την φιλοσοφία της μουσικής ή κάτι άλλο, που σαν θέμα συζήτησης ή μελέτης μπορεί να διατηρεί κι έντονο ενδιαφέρον, ενώ δεν τον εμποδίζει ν' ακούει δίχως προκαταλήψεις ό,τι τον ευχαριστεί ή ό,τι ακουστικά και βιωματικά του δημιουργεί τη διάθεση να το ακούσει.
Αν το ερώτημα δεν θίγεται συχνά σε συζητήσεις, σαν πρόβλημα εντούτοις δεν παύει να υφίσταται και σε κοινωνικές επαφές, με την έννοια ότι η υποτιθέμενη "ποιότητα" της μουσικής που ακούει ο ένας, ή γενικότερα "το γούστο" του, καθίσταται κριτήριο αξιολόγησης του επιπέδου καλλιέργειάς του, ή και του χαρακτήρα του, από την άλλη ή άλλον.. Λόγου χάρη, αυτός που ακούει αποκλειστικά "κλασσική μουσική", ενίοτε εννοώντας οτιδήποτε βγαίνει από μια συμφωνική ορχήστρα, κι όχι κατ' ανάγκη κάτι που περίπου μοιάζει με τη μουσική του Mozart, ας πούμε, μπορεί να θεωρεί την λαϊκή μουσική "κατώτερου επιπέδου" είδος, και αυτόν που ακούει αποκλειστικά και μόνο "τα λαϊκά του" άτομο "χαμηλότερης καλιέργειας" ή γούστου. Ο άλλος που ακούει μόνο αυτό που θεωρεί "λαϊκή μουσική", ενίοτε μπερδεύοντας το δημοφιλές με το "λαϊκό" κι εννοώντας μ' αυτό μόνο το τραγούδι που δεν χρειάζεται προχωρημένη μουσική παιδεία για να να τραγουδηθεί, και συνήθως έχει μιαν εύκολα αντιληπτή στροφική μορφή, μπορεί να θεωρεί την "κλασσική" μουσική σπατάλη του χρόνου του, διατηρώντας όμως την ίδια προκατάληψη πως το "λαϊκό" δεν μπορεί να είναι εφάμιλλο, σε "αισθητικό ύφος", ύψος ή βάθος, του "κλασσικού". Πιο γλαφυρά και ακραία, κάποια που ακούει μόνο αυτό που χαρακτηρίζεται ως "σκυλοτράγουδο", θα θεωρήσει φαντασμένο υπερόπτη, σνομπ, αυτόν που θα της πει πως το ορατόριο είναι κατά πολύ ανώτερη δημιουργία. Από την άλλη, αυτός που "απεχθάνεται μπουζούκια και τουμπελέκια” κι ακούει μόνο "Κλασσική Μουσική" και... (Ά ναι, μην το ξεχάσω), λέει πως ακούει και "λίγη τζαζ", ενώ δεν εκτίθεται στο άκουσμα του "σκυλοτράγουδου", ενδεχομένως να δυσκολευτεί να καταλάβει γιατί του έρχεται η διάθεση να χορέψει (αν του έρχεται ποτέ...) ακούγοντας ένα "σκυλοτράγουδο".
Δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπάρχει ανώτερο ή κατώτερο είδος μουσικής, αν γίνει δεκτό ότι διαφορετικά είδη μουσικής μπορεί αντίστοιχα να θέτουν σε λειτουργία διαφορετικά μέρη του εγκεφάλου. Αν και είναι αλήθεια πως ο ίδιος εγκέφαλος μπορεί να κρίνει το αν μια σύνθεση ενός είδους μουσικής είναι ανώτερη από μιαν άλλη του ίδιου είδους. Και το πώς δύναται να συμβαίνει αυτό είναι ένα μυστήριο που δεν το ερμηνεύει η όποια φιλοσοφία από μόνη της, αν και μπορεί να συνεισφέρει σ' αυτό.
Και είναι συνέπεια αυτού του γεγονότος το ότι οι ψυχολογικές αντιδράσεις στο ένα είδος διαφέρουν ριζικά από αυτές στο άλλο, πράγμα που περνάει και σε διαφορετικές μορφές κοινωνικής συμπεριφοράς που σχετίζονται και ταιριάζουν με το ένα ή το άλλο είδος. Το μόνο πρόβλημα έγκειται στην τάση να αποκλείεται, ή να αγνοείται το ένα είδος προς χάριν του άλλου, παρότι με πολλή επιείκεια θα θεωρούσα τουλάχιστον "αισθητικό πατρονάρισμα" το να μου επιβληθεί ν' ακούω κάτι που πολύ χοντροκομμένα κάνει επίκληση αποκλειστικά και μόνο ενός τμήματος του εγκεφάλου μου.
Το θέμα μπορεί να πάρει μεγάλη έκταση και δεν είναι πρόθεση μου να επεκταθώ σε τούτο το σημείωμα. Μια σύντομη αναφορά στον Adorno, ο οποίος στο έργο του 'Η Φιλοσοφία της Νέας Μουσικής' απορρίπτει το προϊόν της σύγχρονής του βιομηχανίας παραγωγής μουσικής (αυτό που ανάλογα στις μέρες μας πουλιέται παγκοσμίως σαν λαϊκή μουσική , ή σαν τη λεγόμενη από καιρό "ποπ" μουσική και που παράγεται κυρίως στον Αγγλοσαξωνικό χώρο) ως εμπορικό εκχυδαϊσμό που διαφθείρει αντί να φωτίζει, που μας μετατρέπει σε παθητικούς, ανεγκέφαλους ακροατές-θεατές, αποτρέποντας μια κριτική αντίληψη αυτού που ακούμε και βλέπουμε...
Στην παρακάτω φράση εκφράζεται με έντονα κατηγορηματικό τρόπο, και ύφος ποιητικής άδειας, συμπυκνωμένη η θέση του:
"Όσο περισσότερο η παντοδύναμη βιομηχανία κουλτούρας αδράχνει για δικό της σκοπό την αρχή της φωταγώγησης και την διαφθείρει στη χρησιμοποίηση των ανθρώπων προς όφελος ενός συνεχόμενου σκότους, τόσο περισσότερο η τέχνη ορθώνεται εναντίον της ψευδούς φωταγώγισης· αντιστέκεται στα σχήματα αυτού του απωθημένου σκότους στο πανταχού παρόν στυλ φωτεινής επιγραφής και βοηθά στο να φωτίζει μόνο με το να καταδικάζει την λαμπρότητα του κόσμου στο δικό της σκότος".
Είναι ακριβώς έτσι; Υπάρχει άραγε τέτοια αντίθεση μεταξύ "τέχνης" και βιομηχανίας κουλτούρας; Θα εκτεθούν κάποιες απαντήσεις σε μελλοντικό κείμενο. Για τώρα να πώ πως το σίγουρο είναι ότι ο Adorno σε προτρέπει να σκεφτείς το θέμα. Βέβαια ο ίδιος, έχοντας μια διαλεκτική αντίληψη της Δυτικής, Ευρωπαϊκής Έντεχνης Μουσικής, σαν ζωντανό εν εξελίξει είδος, θεωρούσε "τέχνη" κυρίως (αν όχι μόνο αυτό) ό,τι συνιστούσε το τελευταίο στάδιο εξέλιξης αυτού του συγκεκριμένου είδους, και πιο ειδικά, το ιδανικό του ήταν το έργο που παρήγε στην εποχή του (κυρίως στο πρώτο ήμισυ του περασμένου αιώνα), η Δεύτερη Βιενέζικη Σχολή, ήτοι την Ατονική και Δωδεκατονική ή Σειριακή μουσική των Arnold Schoenberg, Alban Berg and Anton Webern. Στις μέρες μας, η ίδια βιομηχανία που παράγει "Ποπ" μουσική πουλάει με τα ίδια εμπορικά κίνητρα και το είδος που ο Αdorno θεωρούσε να στέκει σαν αντίδραση στην εμπορευματοποίηση και τον εκχυδαϊσμό της μουσικής...
Ένα ερώτημα παραμένει: γιατί το ένα είδος μουσικής δεν είναι ούτε κατά προσέγγιση τόσο δημοφιλές όσο το άλλο. Τολμώ να πω αυτό που μου φαίνεται προφανές μόνο: το αν αυτό το είδος (που, κατά τον Adorno, διαλεκτικά αρνείται το σκότος της εμπορευματοποίησης προβάλλοντας, σαν άρνηση της αρνησης, το σκότος της εγγενούς του δυσκολίας να ακουστεί) συχνά δεν γεμίζει τις πρώτες σειρές καθισμάτων μιας μικρής αίθουσας κοντσέρτου ακόμα και στις μέρες μας, ενώ το άλλο, το "εκχυδαϊσμενο", γεμίζει στάδια, είναι ένα φαινόμενο που χρειάζεται την ψυχολογία (μεταξύ άλλων) της μουσικής περισσότερο από μιαν ιδεοπαθή φιλοσοφία της μουσικής για να ερμηνευτεί...
✳✳✳
Ειρήσθω εν παρόδω, οι παραπάνω σκέψεις ξεκίνησαν με έναυσμα μια συζήτηση που άκουσα, μέρος της οποίας ήταν η παρακάτω στιχομυθία που πήγε κάπως έτσι:
- Μου λες για σκυλοτράγουδα... εγώ "τη βρίσκω" κάπου-κάπου, στο κατάλληλο κλίμα, με την Αγγλοσαξωνική εκδοχή σκυλοτράγουδου. Πχ μπορώ ν' ακούσω με ευχαρίστηση και Lady Gaga! Άκου το "bad romance" της Λαίδης Γκάγκα
- Ε, το άκουσα. Μα άκου κι εσύ τί βαθυστόχαστο λέει το τραγούδι...."Rah rah ah-ah-ah! mah ro-mah-mah, Gaga oh-la-la! Want your bad romance…" ... τουτέστιν: μαλακίες...
-
Η Lady Gaga στο
bad romance" σου λέει πως θέλει ένα "κακό ρομάντζο". Σου λέει πως θέλει "την ασχήμια σου, την αρρώστια σου, αρκεί να είναι δωρεάν" . O στίχος της θα μπορούσε να χαρακτηριστεί "σκουπίδι σκουπιδιών", αν μπορούσε κάποιος να κρίνει ποια είναι η καλή ποίηση που γράφεται σήμερα στ' αγγλικά.. και να τον συγκρίνει μ' αυτήν... Δεν θα πέρναγε για ποίηση κι ούτε προσποιείται πως είναι. Μα κάτι λέει που είναι ευανάγνωστο, όσο "μπανάλ", ή "κακίστως γραμμένο" κι αν το βρίσκεις εσύ ή εγώ. Ούτως ή άλλως, αυτό που λέει είναι δευτερεύουσας σημασίας. Αυτό που μετρά περισσότερο είναι ή " σωματική γλώσσα" που απευθύνεται λιγότερο στον εγκέφαλο και πιότερο στο σώμα του ακροατή. Μετράει, αρχής γενομένης, η χροιά της φωνής της στην παράδοση ενός μηνύματος, που είναι απλό μεν, άλλα με ξεκάθαρα ερωτικό περιεχόμενο. Άπαξ και το μήνυμα παραδοθεί, τότε το κυρίαρχο είναι η ερμηνεία του τραγουδιού που μπορεί μεν να συνίσταται από κάτι όχι πολύ περισσότερο από ένα απλό, "πιασάρικο μοτίβο", αλλά πέραν της εσωτερικής δομής του σαν σύνθεση, το κομμάτι ντύνεται με τέτοια χρώματα κι εμπλουτίζει τις υφές με τρόπο που μόνο με τη χρήση του εξοπλισμού μιας πολύ ανεπτυγμένης μουσικής παραγωγής είναι δυνατά. Πρόκειται για παραγωγή που διαθέτει την αιχμή του δόρατος της τεχνολογίας αλλά και την καλύτερη τεχνική στην ερμηνεία της μουσικής, χρησιμοποιώντας και κορυφαίους μουσικούς. Η δημόσια παράδοση του συγκεκριμένου προϊόντος στο κοινό βασίζεται σε, και απαιτεί, μία βιομηχανία διασκέδασης, διαστάσεων μαμούθ, συν και το σούπερ θέαμα... Τότε, φυσικά, βγαίνει κάτι που εντυπωσιάζει και διασκεδάζει οπτικοακουστικά...
Η αλήθεια είναι πως αυτή η μουσική, πακεταρισμένη με αυτόν τον τρόπο, έχει σχεδόν όλα τα συστατικά της όπερας. Σχεδόν όλα. Αλλά της λείπει κι η ενίοτε υστερική φλυαρία μιας ατέρμονης, νευρωτικής Βαγκνερική ς όπερας... Μπαίνει στο ζουμί με άμεσες και συνοπτικές διαδικασίες. Και ξέρει τι κάνει! Ο κόσμος μας είναι βιαστικός και (όταν το "πολιτιστικό προϊόν έχει θέμα τον έρωτα) το οικονομικά συμφέρον είναι αντί για πλήρη οργασμό ή αντί για "Τάντρα", να μας προσφέρει πρόωρη εκσπερμάτιση... Και μας λέει "αυτό είναι καλύτερο από το τίποτε..."
Σαν παράδειγμα εκδοχής "όπερας", στο "Alejandro" [
εδώ] το δήθεν απενεχοποιημένο παίρνει σκανδαλιστικό χαρακτήρα σε μίαν εικονογραφία που παίζει με μίξη νεκροφιλίας και σαδομαζοχισμού. Συνάμα προβάλει το θρησκευτικά "αμαρτωλό, και με σκανδαλοθηρικό γαρνίρισμα... "ανορθόδοξης" ομοφιλικής συνουσίας.. Είναι άραγε η αποθέωση του kitsch; Ναι, μα δεν παύει να είναι εντυπωσιακό!
Το έντονα "ερωτικό" σ' αυτήν την περίπτωση αγγλοσαξονικού "σκυλοτράγουδου" εμφανίζεται με σουπερ-θέαμα που αγγίζει το εκπληκτικό, ενώ κατ' ουσίαν παραμένει μια φαντασίωση για τον μέσο, ως επί το πλείστον, αρσενικό, ετεροφυλόφιλο θεατή-ακροατή. Είναι ένα πακετάρισμα της λαγνείας που παραμένει ματαιωμένη, απροσδιόριστη, και χωρίς συγκεκριμένο αντικείμενο (η και υποκείμενο) πόθου. Διότι ο θεατής, παρότι αναγκάζεται να εστιάσει στην μόνη θηλυκή, την πρωταγωνίστρια που ερμηνεύει το έργο, ο ίδιος δεν μπορεί ν' αγγίξει αυτό το είδωλο . Κι έτσι το έργο, του προβάλει πίσω την φαντασίωσή του, δίνοντας όμως ένα περιεχόμενο που δεν γεννάται από, μα επιβάλλεται εις, τον εγκέφαλό του, σαν φαντασμαγορική υπερμεγένθυση της επιθυμίας του, και με τέτοια υπερβολή που καλύπτει το σάπιο της περιρρέουσας παρακμής, δίνοντας της μία "γλυκιά" γεύση σε μιαν ατμόσφαιρα που σαγηνεύει σαρκικά.. μα έχοντας ήδη κάνει κατά κόρον επίκληση στο Μεταιχμιακό Σύστημα του εγκεφάλου του. Η τόσο συχνά άπιαστη ατομική ευχή, μετατρέπεται σε δημόσια, μαζική ονείρωξη, με τη μορφή ενός ηδονικά απολαυστικού εφιάλτη. Αλλά, πάντα σαν τέτοιος, ο εφιάλτης κρατά τον θεατή-ακροατή έκθαμβο στον ατομικό, συχνά μοναχικό του χώρο ηδονοβλεψίας...
Είναι τα μάλα δημοφιλές γιατί αγγίζει τη "ζωώδη πλευρά" μας που δεν πολυψάχνουμε, την οποία η καταπιεστική πλευρά (συμβάσεις, ενοχές, συνήθεια και ανία) μπορεί να μην επιτρέπει να εμφανιστεί στην κλειδωμένη κρεβατοκάμαρά μας και μας βγαίνει σαν δημόσιο θέαμα...
Στο βίντεο που εικονογραφεί το κομμάτι Alejandro, η Lady Gaga φαίνεται να θέλει μόνο αρσενικούς χορευτές συγκεκριμένου σεξουαλικού προσανατολισμού, με την χορογραφία που παραπέμπει και σε άγριο gay sex ....
Tο "show", όμως, προσφέρει οπτικό "φαΐ" και στον θηλυκό θεατή (παρότι η επίκληση είναι προς την σεξουαλική ορμή του αρσενικού, εννοείται..) , που ακόμα και στην περίπτωση που δεν μετακινείται κι από μια υποβόσκουσα ομοφοβία, θα μπορούσε να πει "τι ωραία κορμιά που έχουν! Και πως μ' αρέσει να τους βλέπω να χορεύουν... (ή αναμολόγητα να σκεφτεί: Εντάξει. Οι χορευτές μπορεί να είναι "γκέι", αλλά χορεύουν υπέροχα και... "με φτιάχνουν"!)
Ή να πει το πλέον σύνηθες "It's just an entertainment" (Μία απλή διασκέδαση)...
Και το ξέρουμε πως μπορεί να είναι μία παρένθεση που μας απαλλάσσει προσωρινά από τις εμμονές με τα ανεπίλυτα προβλήματά μας. Είναι κάτι σαν κι αυτό που ο Μαρξ αποκάλεσε "όπιο". Αλλά σαν τέτοιο, είναι μία επίγεια πλαστή παρένθεση παραδείσου που, όμως, αν το επιλέξουμε πληρώνοντας το αντίτιμο, μπορεί να την βιώσουμε στο "εδώ και τώρα" μας, αφήνοντας προσωρινά απέξω την κόλαση που την περιβάλλει.
"Ρούφηξέ την και μην το πολυψάχνεις. Έχουμε αρκετά άλλα που να μας προβληματίζουν..." Αυτή είναι η βουβή παραίνεση της βιομηχανίας κουλτούρας που γίνεται κοινά αποδεκτή άποψη.
Και κλείνοντας λέω, το ερώτημα είναι αν παραμένει ίχνος "πνεύματος" σε μια "παρένθεση" που ούτε καν προσποιείται πως είναι όαση έξω από τα όρια της οποίας η έρημος του χυδαία εννοούμενου "υλικού" γίνεται η ουσία της επιβεβλημένης μας, οικουμενικής πλέον, θρησκείας... Ακριβώς γιατί είναι μέρος της ίδιας θρησκείας.
Ή μήπως κι αυτό που αποκαλούμε, ενίοτε με περιφρόνηση, πνευματικά φτηνή "διασκέδαση", (entertainment...) συνιστά καί αγωγή της ψυχής; Και πιθανόν και σ' ένα κόσμο όπου το χρήμα δεν "μιλά" πλέον, θα εξακολουθήσει να είναι αναγκαίο στο βαθμό που και το σώμα μας θα το χρειάζεται ακόμα...
***
Σημείωση:
Το εδάφιο από την εισαγωγή, σελ 16
Philosophy of New Music by Theodor Adorno; (Μετάφραση στα αγγλικα του Robert Hullot-Kentor), University of Minesota Press.