Το
πρόβλημα στην Ελλάδα - και στον κόσμο - πηγάζει από την ανειρήνευτη
αντίθεση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία. Από το γεγονός, δηλαδή,
ότι μία χούφτα εκμεταλλευτών κατέχουν την οικονομική εξουσία, κατέχουν
τα μέσα παραγωγής. Είναι επομένως πρόδηλο:
Από αυτήν τη
δράκα, που σφετερίζεται τους καρπούς που γεννούν το μυαλό και τα χέρια
εκατομμυρίων ανθρώπων, πρέπει να της αφαιρεθεί η οικονομική εξουσία, που
της επιτρέπει, αφενός να ιδιοποιείται τον πλούτο που παράγει μια
ολόκληρη κοινωνία, αφετέρου να ρίχνει στα Τάρταρα εκείνους που τον
δημιουργούν.Αλλά: Η μόνη ικανή και αναγκαία συνθήκη, η πρώτη και βασική προϋπόθεση για να αφαιρεθεί από την πλουτοκρατία, από τα μονοπώλια, η οικονομική εξουσία, είναι να τους αφαιρεθεί η πολιτική εξουσία!
*
Η
«Λυδία Λίθος» του προβλήματος δεν είναι άλλη από το ποιος κατέχει τον
ασύλληπτο πλούτο. Και για την ακρίβεια: Το πώς αυτοί που παράγουν τον
πλούτο, το πώς αυτοί που δημιουργούν τον πλούτο, θα τον πάρουν στα χέρια
τους. Εκείνο δηλαδή που εκ των πραγμάτων τίθεται επί τάπητος είναι το ζήτημα της εξουσίας.
Που σημαίνει ότι:Αν την εξουσία την έχουν οι καπιταλιστές, αν την έχουν τα μονοπώλια, τότε το κράτος τους, οι διακρατικές ενώσεις τους (ΕΕ) και οι μηχανισμοί τους (ΔΝΤ), θα είναι πάντα έτοιμα να «στηρίζουν» τις τράπεζες, τα μονοπώλια, τους βιομηχάνους, τους εφοπλιστές.
Αν την εξουσία την είχαν οι εργάτες και όχι οι «εθνικές επιτροπές των εκατομμυριούχων, που ονομάζονται κυβερνήσεις»1, τότε προφανώς το κράτος των εργατών κάπως αλλιώς θα διαχειριζόταν τα 4,6 τρισεκατομμύρια ευρώ που διατέθηκαν από τον Οκτώβρη του 2008 μέχρι τον Οκρώβρη του 2010 από την ΕΕ με μορφη ρευστού χρήματος και κρατικών εγγυήσεων στη χρηματιστική ολιγαρχία.
*
Είναι
η πολιτική εξουσία του κεφαλαίου που επιτρέπει στους λίγους να
διαθέτουν πολλαπλάσιο πλούτο από ολόκληρο το ΑΕΠ της χώρας, φορτώνοντας
στο λαό τα χρέη των «άδειων» ταμείων.
Είναι η πολιτική
εξουσία που τους επιτρέπει να ρημάζουν στη λιτότητα τον εργάτη για να
επιδοτούνται βιομήχανοι, τραπεζίτες, εφοπλιστές και εργολάβοι.Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να χρησιμοποιούν το κράτος ως συλλογικό «κομματάρχη» που υπαγορεύει δεινά, επιβάλλει χαράτσια, στερεί δικαιώματα, τρομοκρατεί, απειλεί και βγάζει στην «παρανομία» την απαντοχή της φτωχολογιάς.
Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να αφοπλίζουν και να αφανίζουν το λαό, κρατώντας σε ομηρία εκατομμύρια παιδιά του στον εφεδρικό στρατό της ανεργίας.
Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να κάνουν «δουλειές» με τις «Siemens», για να κερδίζουν οι πολυεθνικές και τα τσιράκια των πολυεθνικών.
Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να παίζουν με «λίστες Λαγκάρντ».
Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να παίρνουν τα «δώρα» τους οι μεσάζοντες των υποβρυχίων που «γέρνουν» και να φορτώνουν μετά στο λαό τη ρετσινιά ότι «όλοι μαζί τα φάγαμε».
Είναι η πολιτική εξουσία που τους επιτρέπει να ταΐζουν τους μονίμως χορτάτους, στέλνοντας το λογαριασμό με τους τόκους στους εργαζομένους.
*
Αυτή η εξουσία, η εξουσία των κεφαλαιοκρατών και των κομμάτων τους,
πρέπει να ανατραπεί. Και να αντικατασταθεί από μια λαϊκή εξουσία, στο
πλαίσιο μιας λαϊκής οικονομίας, με μια κυβέρνηση βγαλμένη μέσα από τα
σπλάχνα του λαού, η οποία σε κάθε βήμα της και ανά πάσα στιγμή θα τελεί
υπό διαρκή εργατικό, κοινωνικό και λαϊκό έλεγχο.
Με άλλα λόγια:Στην Ελλάδα, όπως και σε κάθε άλλη καπιταλιστική χώρα, το ζήτημα της κρίσης, από τη σκοπιά των λαϊκών συμφερόντων, δεν μπορεί να επιλυθεί με όρους μιας «καλύτερης», μιας «βελτιωμένης» διαχείρισης του συστήματος.
Η κρίση, όπως πάνω - κάτω το περιέγραφε ένας παλιός κομμουνιστής, είναι ένα παλούκι που πιέζει την αστική τάξη, η οποία για να ξεπεράσει το πρόβλημα που της δημιουργεί θέλει να το πετάξει από πάνω της μπήγοντάς το στα σωθικά του λαού.
Επομένως, πρέπει να φύγει από τη μέση το... παλούκι. Κι αυτό δεν γίνεται με διαπραγματεύσεις με την αστική τάξη και με αυταπάτες για μια καλή κυβέρνηση που θα κάνει μαζί της διάλογο, συμβιβασμούς και συνεννοήσεις.
Αυτό επιτυγχάνεται, τελικά, με άλλη πολιτική. Με την ταξική πολιτική που, επειδή υπηρετεί άλλα συμφέροντα από τα συμφέροντα της πλουτοκρατίας, δεν κάνει καμία διαπραγμάτευση γύρω από το αν θα ανατρέψει τον καπιταλισμό, αφού μόνο έτσι θα μπορέσει να ξεπεράσει τα όρια των βασικών νόμων του που γεννούν κρίσεις, εκμετάλλευση, καταπίεση.
Εν ολίγοις, μιλάμε για την πολιτική που έχει ως στόχο την κοινωνικοποίηση των βασικών μέσων παραγωγής, την αποδέσμευση από την ΕΕ και το ΝΑΤΟ, τον πανεθνικό σχεδιασμό και τον εργατικό έλεγχο από τα κάτω προς τα επάνω.
*
Οι
«νουνεχείς», διαβλέποντας τον κίνδυνο που θα μπορούσε να γεννηθεί μέσα
από τη διασπορά τέτοιων «καινών δαιμονίων», απαντούν: «Μα μπροστά στον
καπιταλισμό που ναι μεν είναι απάνθρωπος, αλλά εντούτοις ορθώνεται
μπροστά μας ως "απόλυτη βεβαιότητα", τι νόημα έχει να συγκρουστούμε με
τους ισχυρούς επισείοντας την μήνιν τους; Τι νόημα έχει - λένε - να
"ρισκάρουμε" και να "κινδυνεύσουμε", μόνο και μόνο για την "αβεβαιότητα"
ενός "άλλου" κόσμου, μιας άλλης, δίκαιης, αλλά αβέβαιο και εν πολλοίς
ουτοπικό ότι μπορεί να υπάρξει κοινωνίας;
Κατ' αρχάς, ουτοπικό δεν είναι να πιστεύει κανείς ότι ο κόσμος πρέπει και μπορεί να αλλάξει. Ουτοπικό είναι να νομίζει κανείς ότι αυτός ο κόσμος μπορεί να μείνει ίδιος και ότι μπορεί να γίνει ανθρώπινος χωρίς να αλλάξει.Οσο για τη θλιβερή «ζωντάνια» της μοιρολατρίας, της υποταγής και του ραγιαδισμού, ο Νερούντα, σχολίαζε:
«Αργοπεθαίνει αυτός που δε ρισκάρει τη βεβαιότητα για την αβεβαιότητα/ που κρύβει το κυνήγι των ονείρων του/ εκείνος που δεν επιτρέπει στον εαυτό του/ μια φορά έστω στη ζωή του να πετάξει από πάνω του τις "φιλικές συμβουλές" (...). Αργοπεθαίνει όποιος εγκαταλείπει κάτι πριν καν το αρχίσει».
1. Λένιν, Απαντα, τόμος 26, σελ. 361, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή».
Γράφει:
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ
ο Νίκος ΜΠΟΓΙΟΠΟΥΛΟΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου