Τι σημαίνει ελευθερία; Ο Hayek έγραψε ότι «Για τους μεγάλους αποστόλους της πολιτικής ελευθερίας, η λέξη σήμαινε
ελευθερία από τον
εξαναγκασμό, ελευθερία από
την αυθαίρετη εξουσία άλλων ανθρώπων, απελευθέρωση από τους δεσμούς που
άφηναν το άτομο χωρίς επιλογή άλλη
από την υπακοή στις εντολές κάποιου ιεραρχικά ανωτέρου στον οποίο ήταν
προσαρτημένος».
Αν είναι δεκτός αυτός ο ορισμός,
τότε το πρώτο που παρατηρούμε είναι ότι μεταξύ του «ατόμου» και του Βασιλείου της ελευθερίας παρεμβάλλεται το τείχος της εξουσίας το οποίο
χτίζεται και συντηρείται με αποδυνάμωση ενός «ατόμου» του οποίου το έλλειμμα δύναμης
σημαίνει έλλειμμα ελευθερίας, με σκοπό την ενδυνάμωση ενός άλλου «ατόμου» του οποίου
το πλεόνασμα ελευθερίας ταυτίζεται με το πλεόνασμα της δύναμης του. Το πρώτο δηλαδή
που είμαστε υποχρεωμένοι να προσέξουμε είναι ότι η φιλελεύθερη έννοια του «ατόμου»
είναι παραπλανητική εάν δεν συγκεκριμενοποιηθεί στην πραγματικότητα, όπου και εμφανίζεται
αντιφατική. Στην πραγματικότητα το «άτομο» δεν είναι ποτέ ένα άτομο αλλά μια πολλαπλότητα
ατόμων που είναι χωρισμένη σε τάξεις. Επίσης, η ελευθερία, της οποίας η ποιότητα
δεν είναι απόλυτη επειδή ακριβώς έχει μια ποσότητα που δεν είναι σταθερή, ισούται
με δύναμη. Επειδή το να διαθέτεις δύναμη-ελευθερία ή όχι δεν είναι ποτέ μια ατομική
υπόθεση, εφόσον χρειάζεται μια κοινωνικο-οικονομική δομή που να σου το επιτρέψει,
κι επειδή η κατοχή ελευθερίας ισούται με την κατοχή εξουσίας και είναι αδύνατη η κατοχή της μιας χωρίς κατοχή
της άλλης, σε μια κοινωνία χωρισμένη σε τάξεις μόνο μια τάξη δύναται να κατέχει
ουσιαστική ελευθερία – αυτή που έχει αφαιμάξει την «ουσία» της άλλης, αυτή που κατέχει
και την εξ-ουσία.
Εξουσία δεν υφίσταται αν
η κοινωνία δεν είναι χωρισμένη σε τάξεις. Εκφράζει την αποδυνάμωση της μιας τάξης
με σκοπό την ενδυνάμωση της άλλης. Η διαδικασία αποδυνάμωσης-ενδυνάμωσης αφορά
τον τρόπο με τον οποίο επιβιώνει το κοινωνικο σύνολο, δηλαδή το καθεστώς της κοινωνικής
εργασίας. Όπου υπάρχει εξουσία υπάρχει εκμετάλλευση
της εργασίας μιας τάξης από μια άλλη Η κοινωνία
είναι χωρισμένη σε τάξεις επειδή ακριβώς
η μια τάξη εκμεταλλεύεται την άλλη. Μια ακόμα απαραβίαστη συνάρτηση είναι:
η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο δημιουργεί κοινωνικές τάξεις και, αντίστροφα,
η ύπαρξη τάξεων συνεπάγεται εκμετάλλευση της εργασίας της μιας από την άλλη.
Στη ελληνική γλωσα, η λέξη
δουλειά είναι ταυτόσημη με την λέξη εργασία.
Η λέξη δουλειά είναι η ίδια με την λέξη δουλεία
και προέρχεται από την αρχαιότητα, όταν την εργασία (την χειρωνακτική κυρίως) την
έκαναν οι δούλοι. Στην πραγματικότητα όλοι εργαζόντουσαν. Στις μικρότερες κοινωνίες,
σε στάδια αγριότητας ή βαρβαρότητας, οι ίδιοι
οι ελεύθεροι κύριοι των σκλάβων έπρεπε να χειρίζονται όπλα βίας για να τους κρατήσουν
στο καθεστώς που τους είχαν επιβάλει. Κι αυτό ήταν ένα είδος εργασίας. Στις πιο
σύνθετες κοινωνίες του σύγχρονου «πολιτισμού» μας ο καταμερισμός εργασίας απλώνεται
και στο «επάγγελμα» της συστηματοποιημένης, κρατικής βίας. Ο χειρισμός των όπλων
γίνεται από επαγγελματίες.
Έχει ενδιαφέρον να κάνουμε
μια παρατήρηση σχετικά με τον ‘καταμερισμό εργασίας’ που αφορά την εξουσία. Αν
δούμε τι είδους εργασία καταβάλλεται στην διεκπεραίωση των καθηκόντων της
εξουσίας διαπιστώνουμε ότι μόνο η εκτελεστική εξουσία χειρίζεται τα απτά εργαλεία
εξουσίας – τα όπλα για την δυνητικά ή άμεσα βίαια επιβολή των στόχων της στους
καθυπότακτους της. Και , όχι παραδόξως, είναι το μόνο είδος εργασίας που έχει κοινή
τομή με την εργασία του προλεταριάτου το οποίο πάλι χειρίζεται απτά εργαλεία - σ’ αυτή την περίπτωση εργαλεία παραγωγής. Όχι
παραδόξως πάλι, ο κύριος όγκος των ένοπλων ‘εργατών’ της εκτελεστικής εξουσίας έχει
την ίδια ταξική προέλευση με το προλεταριάτο. Τα ‘αφεντικά’ της εξουσίας δεν
κάνουν βρώμικη χειρωνακτική δουλειά. Εκχωρούν αυτό το «δικαίωμα» σ΄ αυτούς
που δεν κατάγονται από την τάξη τους, επιφυλάσσοντας για τον εαυτό τους την «υποχρέωση»
να κρατούν τα επιτελικά πόστα της εκτελεστικής
εξουσίας. Οπλίζουν λοιπόν ένα τμήμα του προλεταριάτου για την βίαια επιβολή των
όρων και των σχέσεων εργασίας στο υπόλοιπο. Γνωστό. Το πως όμως το καταφέρνουν θέλει
ακόμα ψάξιμο.
Ένα κλειδί για την
κατανόηση του παραπάνω ίσως βρίσκεται στην παρατήρηση ότι όλες οι υπόλοιπες μορφές
εξουσίας εργάζονται από κοινού για να καταστήσουν στην συνείδηση του καθυπότακτου
ανυπέρβατη την καθυπόταξη του. Ουσιαστικά, κανένα άλλο λόγο ύπαρξης δεν έχουν
οι υπόλοιπες μορφές εξουσίας εκτός από την κατοχύρωση της συνείδησης υποταγής
την οποία παράγει ολόκληρο το σύστημα (βάση και εποικοδόμημα). Στην βέλτιστη μορφή
της, η παραγωγή συνείδησης αποκτά τα γνωρίσματα μιας «καλλιέργειας» η οποία,
από ένα σημείο και πέρα, αναπαράγεται αυθόρμητα και εν μέρει αυτόματα. Υποθέτω, ότι η υποταγμένη συνείδηση αυτού του
είδους, είναι η πλέον ανθεκτική σε
προσπάθειες να την κλονίσουν ή να την αλλάξουν. Ίσως ένας λόγος είναι ότι η
υποταγμένη συνείδηση που δεν έχει συνείδηση της αναπαραγωγής της, με την έννοια ότι
η συνείδηση παύει να φαίνεται εξωτερικά επιβεβλημένη, αποκτά μια ‘φυσικότητα’
στη διαμόρφωσή της. Παραδόξως, όσο πιο ‘φυσική’ στην συνείδηση του χειριστή
εργαλείων παραγωγής καθίσταται η υποταγή του τόσο λιγότερο φαίνεται αυτό που
πραγματικά είναι: μια ανθρωπογενής κατάσταση δουλείας. Ενώ παράλληλα το κράτος που
‘θαυματουργά μεταμορφώνεται’, παύει να φαίνεται πως απειλεί ή καταστέλλει και δείχνει
να προστατεύει τον καθυπότακτο, μέχρι που και το σώμα των οπλισμένων ‘εργατών
εξουσίας’ παραισθητικά μετατρέπεται σε ένα είδωλο στο σχήμα ασπίδας.
Όσο πιο δούλος γίνεται ο άνθρωπος
τόσο λιγότερο θεωρεί τον εαυτό του δούλο. Το τελευταίο παράδοξο: επιστρέφοντας
στην υπόθεση που έκανα παραπάνω ότι η αναπαραγόμενη συνείδηση είναι η πλέον
ανθεκτική, είναι αξιοπρόσεκτο ότι όταν ο δούλος δεν έχει συνείδηση της δουλείας
του είναι ευκολότερο να πειστεί ότι είναι «ελεύθερος». Δεν έχει τίποτε να χάσει
απο μια τέτοια πίστη. Τουναντίον, τον κάνει να αισθάνεται άνετα στην δουλεία
του. Όταν όμως δοκιμάσεις να του εξηγήσεις ότι είναι δούλος, αισθάνεται πρώτα
απ’ όλα εκτεθειμένος απέναντι του εαυτού του που δεν είχε την σοφία να το καταλάβει.
Συχνά όμως δεν φτάνει καν εκεί. Μια κοινή ψυχολογική αντίδραση είναι η άρνηση, η
μη-παραδοχή (denial) της κατάστασης του η οποία τον οδηγεί να
εκλάβει την δική σου ερμηνεία της κατάστασης του ως «διαφώτιση ιεραπόστολου»
τον οποίο «ιεραπόστολο» έχει τυποποιήσει προσάπτοντας του χαρακτηριστικά
εκκεντρικότητας ή και παραφροσύνης.
Αναρωτιέμαι αν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι «όσο περισσότερο ασυνείδητη καθίσταται η
δουλεία του, τόσο λιγότερο άνθρωπος γίνεται». Για να ισχυριστούμε ότι η υποχώρηση
της ανθρώπινης φύσης του καθυπότακτου (ή η αυξανόμενη αποκτήνωση του) είναι αλληλένδετη με την μειωνόμενη επίγνωση
της υποδούλωσης του, πρέπει έχουμε πειστεί ότι η ανθρώπινη φύση έχει έμφυτη την τάση για ελευθερία. Πριν πάμε στην ερώτηση
αν αυτό αποδεικνύεται επιστημονικά ας αρκεστούμε στην παρατήρηση ότι είναι
κομμάτι δύσκολο να γίνει κοινή πεποίθηση ότι η φύση, για να είναι ανθρώπινη, πρέπει
να εμπεριέχει συνείδηση της αναγκαιότητας για ελευθερία. Ή άλλως, είναι δύσκολο
να γίνει συνείδηση ότι η αναγκαιότητα (που απο μιαν άλλη σκοπιά στέκεται
αντιθετικά σε σχέση με την ελευθερία) δεν μπορεί να μετατραπεί σε συμβιβασμό με
την αφαίρεση της ελευθερίας χωρίς να υποφέρει η ανθρώπινη φύση. Μια πτυχή της
δυσκολίας έγκειται στο γεγονός ότι ο αφυπνισμένος προλετάριος που έχει σπάσει το
καλούπι που διαμορφώνει το σκλάβωμα του καθυπότακτου, ακούει τον αστό να κράζει
«ζήτω η ελευθερία», εννοώντας φυσικά αυτό που αποκλειστικά η τάξη του αστού χαίρει
και, εξ αιτίας αυτού, δικαιολογημένα ακούει δύσπιστα τα κηρύγματα περί ελευθερίας
που δεν έχουν άμεση χρησιμότητα στον αγώνα που κάνει για την δική του
χειραφέτηση, για την δική του ελευθερία που δεν μπορεί να είναι απαράλλαχτη με
αυτήν του αστού. Κι επειδή ακριβώς η
λέξη έχει φθαρεί και βρωμίσει στο στόμα του αστού, ο αφυπνισμένος προλετάριος
διστάζει να την χρησιμοποιήσει για να περιγράψει την εικόνα της δικής του
χειραφέτησης.
Τελικά, το άξιον απορίας δεν
είναι πώς αυτό το παντελές σκλάβωμα μετατρέπεται
σε φρεναπάτη ελευθερίας, αλλά το πόσο δύσκολο καθίσταται να διαλυθεί. Και γίνεται ακόμα δυσκολότερο αν ο προλετάριος
ωθηθεί από τον αστό σε αποποίηση της λέξης ελευθερία,
την οποία χρειάζεται απαρέγκλιτα για να περιγράψει αυτό που προτείνει στον καθυπότακτο
να ανταλλάξει με την φρεναπάτη του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου