Σελίδες

Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Σκεφτόμενος Χαμηλόφωνα (Περί Ανανέωσης στο Σκηνικό του Πολιτικού Θεάτρου)


 

 ... βλέπω επίσης ότι η διατήρηση της ίδιας σχέσης ενός κομμουνιστικού κόμματος με το κάθε φορά ανανεωμένο πολιτικό σκηνικό, όταν η σχέση αυτή, αντικειμενικά, δεν αποτελεί αυξανόμενη απειλή για το σκηνικό και για το κεφάλαιο πίσω από το παραβάν, ενέχει τον κίνδυνο να το μετατρέψει σε συστατικό της συντήρησης του συστήματος, όσο γνήσια αντικαπιταλιστικό κι αν παραμένει το λεξιλόγιο του



Κάθε φορά που το κόμμα αναφέρεται στον λαό, όπως, για παράδειγμα, στο παρακάτω κείμενο του Ριζοσπάστη,  όπου λέει «πρέπει να προβληματιστεί ο λαός», ή σε άλλο κείμενο όπου λέει «ο λαός πρέπει να βγάλει τα συμπεράσματα του» και άλλα τέτοια, αναρωτιέμαι τι ακριβώς σημαίνει ο όρος λαός. Στο παρακάτω κείμενο, με τον όρο λαός υποθέτω πως πρέπει να εννοήσω το τμήμα του πληθυσμού που δεν έχει συμμετοχή στις τωρινές διεργασίες  μορφοποίησης του σκηνικού του πολιτικού θεάτρου που θα τον τυραννήσει για μερικά ακόμα χρόνια. Όμως, ο ένας στους δύο περίπου από αυτό το τμήμα του πληθυσμού (το οποίο τμήμα καταλαμβάνει σχεδόν ολόκληρο τον πληθυσμό, με δοσμένο ότι μόνο μια μικρή μειονότητα είναι πολιτικά δραστήρια), θέλει καπιταλισμό, φοβάται τον σοσιαλισμό και, παρότι δεν συμμετέχει στην διαμόρφωση του νέου πολιτικού  σκηνικού, αποτελεί τον λόγο για τον οποίο η διεργασία αυτή λαβαίνει χώρα: η διεργασία έχει σκοπό  να εξυπηρετήσει την δική του ανάγκη να δει το σύστημα ανανεωμένο. Διότι, αφού δεν θέλει να καταργήσει το σύστημα, το οποίο προφανώς δεν λειτουργεί ικανοποιητικά για τον ίδιο, και παρότι ο ίδιος έχει απαυδήσει με δαύτο, δεν έχει  επιθυμία άλλη από το να το δει να «επισκευάζεται» κάπως - το πώς δεν έχει μεγάλη σημασία.. Αυτός ο «ένας στους δύο περίπου» δεν ακούει το κόμμα.  

Ο δε άλλος «ένας στους δύο» δεν θέλει καπιταλισμό, ή βλέπει το σύστημα κριτικά και είναι αρνητικά προδιατεθειμένος σε σχέση μ' αυτό και, στις δοσμένες συνθήκες ωμής επίθεσης κατά των δικαιωμάτων του και απαράδεκτης χειροτέρευσης των συνθηκών επιβίωσης του,  θα μπορούσε να πάρει εξεγερσιακή θέση. Σίγουρα  αποτελεί την πηγή μιας δυνητικά επαναστατικής δύναμης, πλην όμως, το μεγαλύτερο μέρος της δεν πείθεται ότι ο κομμουνισμός που το κόμμα προτείνει είναι καλύτερος από τον καπιταλισμό και, αναγκαστικά, πέφτει στα πλοκάμια του οπορτουνισμού. Λοιπόν, ούτε αυτός ακούει το κόμμα. 

Από αυτήν την  δυνητικά ανατρεπτική δύναμη, μόνο μια μικρή μερίδα παίρνει θέση όντως ανατρεπτική. Αυτή που έχει ήδη "προβληματιστεί"  κι έχει ήδη "βγάλει τα συμπεράσματα της".  Καταλήγουμε εντέλει στην διαπίστωση ότι όταν το κόμμα λέει «ο λαός» μπορούμε να εννοούμε με σιγουριά μόνο μια μικρή μερίδα του λαού που ήδη ακολουθεί το κόμμα.

Όσο για τον «ένα στους δυο» που δεν είναι ΚΚΕ, ή «τον άλλον ένα» που δεν εμπνέεται από το όραμα του ΚΚΕ ακόμα κι αν εύχεται το άμεσο τέλος του καπιταλισμού, όσες φορές και να γίνει αυτή η «ανανέωση» (με αστικούς όρους, εννοείται), όσες φορές και να ανακαλύψει στην πορεία ότι τον γέλασαν, πάλι «ανανέωση» θα αναμένει να δει.

Σήμερα φαίνεται πως η μόνη σταθερά σ' ένα σύστημα που ανανεώνει το ψέμα για να διαιωνίσει την εκμετάλλευση είναι οι κομμουνιστές. Δυστυχώς, αυτήν την σταθερότητα ο ένας κι ο άλλος την βλέπουν σαν "κόλλημα", σαν πολιτική αρτηριοσκλήρωση, σαν γήρας.

Τι να κάνουμε λοιπόν, αναρωτιέσαι;

Δεν ανήκω στην κατηγορία αυτών που θεωρούν την ανανέωση βρώμικη λέξη επειδή έχει γίνει καραμέλα σε στόματα οπορτουνιστών, ούτε πιστεύω ότι η ανανέωση είναι αποκλειστικό προνόμιο του καπιταλιστικού συστήματος. Το σίγουρο, αυτό για το οποίο είμαι απόλυτα πεπεισμένος, είναι ότι απέναντι στην αέναη προσπάθεια των θεραπόντων του καπιταλισμού να εφευρίσκουν νέες μεθόδους, εργαλεία και σχήματα πολιτικής χειραγώγησης, η κομμουνιστική πρωτοπορία είναι αναγκασμένη να βρίσκει νέες μεθόδους αγώνα για πολιτική χειραφέτηση. Να απαντά με κινήσεις και από θέσεις αναπάντεχες για το κεφάλαιο. Εννοώ κάτι παραπάνω από αυτό που πολύ σωστά προτείνει το κόμμα: ήτοι «τη συμμετοχή του [λαού] στην οργανωμένη πάλη, προσπάθεια ανασύνταξης και αναζωογόνησης του εργατικού - λαϊκού κινήματος [...] το δυνάμωμα της Λαϊκής Συμμαχίας, που θα βάζει εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική» κτλ. Αλλιώς είναι καταδικασμένη να παραμείνει στο περιθώριο των εξελίξεων, ή να μην μπορεί να επηρεάσει τις διεργασίες των εκμεταλλευτών που σημαδεύουν την ζωή των εκμεταλλευόμενων.

Υποθέτω ότι νέοι μέθοδοι προϋποθέτουν νέα νοοτροπία και νέα ψυχολογία. Πριν απ' όλα, απαιτούν μιαν αυξημένη δεκτικότητα σε σχέση με την εμφάνιση του νέου. Ξεπέρασμα ενός συντηρητισμού που εκφράζεται  ως δυσπιστία και εχθρότητα σε κάθε έκφραση της ανάγκης για ανανέωσή του κομμουνιστικού κινήματος και ιδιαίτερα του κόμματος. Εννοώ μια συνήθη και τυπική απόκριση όπως: «Τι είπατε; Ανανέωση; Ευχαριστώ. Δεν θα πάρω. Την δοκίμασα και δεν μου άρεσε». Εννοώ το ίζημα από οπορτουνιστικές «ανανεώσεις» που έχει υποφέρει το κομμουνιστικό κίνημα που ανακατεύεται και θολώνει στο άκουσμα  της λέξης. Εννοώ την πικρή πείρα που έχει αποκτήσει το κόμμα από την γελοιότητα του οπορτουνισμού που εμφανίζεται ως ανανεωτισμός. Και πράγματι, πως θα μπορούσε να εμφανιστεί σαν «νέο», με τέτοιους όρους, το κόμμα και να μην καταντήσει γελοίο στα μάτια μας; Από την άλλη, δεν πιστεύω ότι κάτι μπορεί ν' αλλάξει προς όφελος των εκμεταλλευόμενων αν δεν αλλάξει η σχέση του κόμματος με την πλειονότητα τους. Και για ν' αλλάξει αυτή η σχέση πρέπει κάπως ν' αλλάξει το κόμμα. Θα το πω ωμά: Στα μάτια αυτής της πλειονότητας,  όταν όλα αλλάζουν και το κόμμα δείχνει ότι κάνει αγώνα για να μην αλλάξει ενώ η πραγματικότητα το έχει γεράσει, κατά την κρίση της πάντα, πέφτει σε  μια θλιβερή γελοιότητα.

Γιατί τα λέω αυτά; γιατί βλέπω το οφθαλμοφανές: την ανανέωση του πολιτικού σκηνικού  των εκμεταλλευτών να αποτελεί βασικό στοιχείο της συντήρησης του συστήματος. Γιατί αισθάνομαι ότι, στην ουσία, η καπιταλιστική ανανέωση  είναι συντηρητισμός αλλά, σαν τέτοιος, είναι λιγότερο οξύς συντηρητισμός από αυτόν της επαναστατικής πρωτοπορίας που βλέπει με δυσπιστία κι εχθρότητα την ανανέωση της. Και βλέπω επίσης ότι η διατήρηση της ίδιας σχέσης ενός κομμουνιστικού κόμματος με το κάθε φορά ανανεωμένο πολιτικό σκηνικό, όταν η σχέση αυτή, αντικειμενικά, δεν αποτελεί αυξανόμενη απειλή για το σκηνικό και για το κεφάλαιο πίσω από το παραβάν, ενέχει τον κίνδυνο να το μετατρέψει σε συστατικό της συντήρησης του συστήματος, όσο γνήσια αντικαπιταλιστικό κι αν παραμένει το λεξιλόγιο του.

( γράφτηκε με αφορμή ανάγνωση του παρακάτω κειμένου απο τον Ρίζο).

****************
Διεργασίες και σενάρια
Το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών στην Ελλάδα αναζωπύρωσε τις διεργασίες ανασύνθεσης του πολιτικού σκηνικού. Τα σενάρια και οι αναλύσεις δίνουν και παίρνουν: Τι θα γίνει στην κεντροαριστερά και σε ποια κατεύθυνση θα επιδράσει ο καταποντισμός της ΔΗΜΑΡ; Τι ρόλο θα παίξει το Ποτάμι που οι βουλευτές του εντάσσονται στην ευρωομάδα των Σοσιαλιστών; Τι μορφή θα πάρει η Ελιά; Τι θα κάνουν οι προερχόμενοι από το ΠΑΣΟΚ «ανεξάρτητοι» βουλευτές; Με ποια κόμματα μπορεί να συγκυβερνήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, αν κερδίσει τις επόμενες εκλογές;
Τι θα γίνει με τους ΑΝΕΛ και τον ΛΑ.Ο.Σ,; Τι ρόλο θα παίξουν τα κόμματα «στα δεξιά της ΝΔ», τα οποία συγκέντρωσαν ποσοστό 17% στις εκλογές; Πώς θα διαμορφωθεί ο χάρτης στην κεντροδεξιά; Τι πρωτοβουλίες θα πάρει η ΝΔ για την ανασυγκρότηση του χώρου; Υπάρχει ενδεχόμενο κυβέρνησης «μεγάλου συνασπισμού» ανάμεσα στη ΝΔ και τον ΣΥΡΙΖΑ, με τη συμμετοχή και άλλων κομμάτων;
Αυτά και άλλα ερωτήματα τροφοδοτούν τα σενάρια για τις πολιτικές εξελίξεις την επομένη των ευρωεκλογών. Από τη σκοπιά της αστικής τάξης, η συζήτηση αυτή έχει αντικειμενική βάση, καθώς προσπαθεί να εξασφαλίσει εναλλακτικές λύσεις στη διακυβέρνηση. Από τη σκοπιά του λαού, όμως, κανένα από αυτά τα σενάρια δεν έχει σχέση με το πραγματικό του συμφέρον.
Σε κάθε περίπτωση, ο άξονας γύρω από τον οποίο διεξάγεται η όλη συζήτηση είναι ο εξής: Με ποιους όρους, με ποια υλικά και με ποιες συνεργασίες μπορεί η αστική τάξη να εξασφαλίσει σταθερές κυβερνήσεις, που θα προωθούν την πολιτική της και, ταυτόχρονα, θα διασφαλίζουν την ανοχή, αν όχι τη στήριξη, του λαού στα μέτρα που νομοθετούνται σε βάρος του.
Πάνω εκεί πρέπει να προβληματιστεί ο λαός, που έχει συσσωρεύσει πείρα από τις προσπάθειες αναπαλαίωσης του πολιτικού σκηνικού. Το παλιό, που και άλλες φορές τού σέρβιραν για «νέο», αξιοποιήθηκε για να ενσωματώσει τις λαϊκές αντιδράσεις, να χειραγωγήσει συνειδήσεις, να βάλει πλάτη στο πέρασμα αντιλαϊκών μέτρων.
Για παράδειγμα, από το ΠΑΣΟΚ και τη ΝΔ ξεπήδησαν στο παρελθόν κόμματα και κινήσεις που τίποτα θετικό δεν έφεραν στο λαό. Αντίθετα, χρησιμοποιήθηκαν για να εγκλωβιστεί η δυσαρέσκεια που προκαλούσε η αντιλαϊκή πολιτική των κομμάτων που εναλλάσσονταν στη διακυβέρνηση, να απορροφηθούν κραδασμοί.
Πολλά από τα πρόσωπα που στελέχωσαν την κυβέρνηση Παπανδρέου, το 2009, προβλήθηκαν ως «φρέσκα» και «άφθαρτα». Ψήφισαν, όμως, μια σειρά από τα πιο βάρβαρα μέτρα σε βάρος του λαού.
Το αστικό πολιτικό σύστημα πλασάρει για «φρέσκα» πρόσωπα και κόμματα φτιαγμένα από φθαρμένα υλικά, που δηλώνουν αφοσίωση στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, στα μονοπώλια και την ΕΕ. Το ίδιο κάνει και τώρα.
Κόντρα σ' αυτές τις διεργασίες, συμφέρον του λαού είναι να δυναμώσει τη δική του παρέμβαση στις εξελίξεις. Με τη συμμετοχή του στην οργανωμένη πάλη, στην προσπάθεια ανασύνταξης και αναζωογόνησης του εργατικού - λαϊκού κινήματος. Με το δυνάμωμα της Λαϊκής Συμμαχίας, που θα βάζει εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική και θα ανοίγει το δρόμο για την ανατροπή της.
rizospastis.gr


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου