Σελίδες

Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2013

Και η φιλοσοφία;

1. «Οι φιλόσοφοι μονάχα εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, το ζήτημα, όμως, είναι να τον αλλάξουμε». 11η Θέση για Φόυερμπαχ. Μαρξ. (Ενγκελς - «Ο Λ. Φόυερμπαχ και το τέλος της γερμανικής κλασικής φιλοσοφίας». «Σ. Εποχή», 1981, σελ.70)
Σ' αυτήν τη θέση του Μαρξ για τον Φόυερμπαχ, συμπυκνώνεται ίσως με τη μεγαλύτερη βαρύτητα από οπουδήποτε αλλού στο έργο του μεγάλου φιλοσόφου, η σημασία που απέδιδε στη φιλοσοφία, ως όπλο των μαζών για την πραγμάτωση της ιστορικής τους προοπτικής. «Η φιλοσοφία βρίσκει στο προλεταριάτο τα υλικά της όπλα, όπως το προλεταριάτο βρίσκει στη φιλοσοφία τα πνευματικά του όπλα» (Μαρξ - «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας». «Παπαζήσης» - 1978. σελ. 30)
2. Οταν στα 1906 εκδόθηκε στη Ρωσία το έργο του Μπογκντάνωφ «εμπειριομονισμός», επηρεασμένο από τον θετικισμό του Ερνστ Μαχ, (Αυστριακός φυσικός και φιλόσοφος), ο Λένιν θεώρησε εξαιρετικής σημασίας το ζήτημα της άμεσης απάντησης. Ετσι στο διάστημα από τον Φεβρουάριο έως τον Οκτώβριο του 1908 έγραψε το «Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός», το οποίο και εκδόθηκε τον Μάιο του 1909, και μάλιστα σε ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες. Μην ξεχνάμε ότι το έργο εκπονήθηκε στην Γενεύη, όπου είχε διαφύγει ο Λένιν.
Το θετικιστικό πρόγραμμα του Μαχ, καθώς ο όρος περιλαμβάνει πλήθος διαφορετικών, και συχνά αντιφατικών διαδρομών πολλών φιλοσόφων του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα, κατέληγε τελικά στην ακρότητά του στον σολιψισμό. Θα έλεγε κανείς ότι ήταν μια διαμάχη που αφορούσε έναν μικρό κύκλο μυημένων, και σίγουρα όχι το επαναστατικό υποκείμενο της Ρωσίας την εποχή του Λένιν, που στη συντριπτική του πλειοψηφία, εγκαταβίωνε στην αμάθεια. Ομως ο Λένιν είχε κατανοήσει ότι «Το ζήτημα αν η ανθρώπινη νόηση μπορεί να καταχτήσει την αντικειμενική αλήθεια δεν είναι ζήτημα θεωρίας, αλλά πραχτικό ζήτημα» (Μαρξ - 2η θέση για Φόυερμπαχ - στο ίδιο).
3. «Η ύλη, η κίνηση - ο χώρος και ο χρόνος». Αυτό το άρθρο του Γ. Παρέντη είχε δημοσιευθεί στην ΚΟΜΕΠ 4-5/2006. Πέρα από τις όποιες ενστάσεις θα μπορούσε να εγείρει κανείς σε κάποια επιμέρους ζητήματα, κατά τη γνώμη μου αποτελεί συγκροτημένο και συνεπές υλιστικά κείμενο. Από τότε η φιλοσοφία απουσιάζει από τα έντυπα του Κόμματος, για να μη μιλήσουμε και για τα ηλεκτρονικά μέσα. Θα πρέπει βέβαια να σημειωθεί εδώ, ότι πέρα από αναφορές σε θέματα της φιλοσοφίας λίγο ως πολύ διασαφηνισμένα από την πλευρά του διαλεκτικού υλισμού, όπως αυτά τα οποία επισημαίνει το παραπάνω κείμενο, ιδιαίτερη σημασία έχει και η ανάπτυξη της φιλοσοφικής προβληματικής σε τομείς όπου υστερεί σημαντικά η σύγχρονη μαρξιστική σκέψη.
Ενδεικτικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι τέτοιοι είναι η επιστημολογία, με το έλλειμμά της στη μεθοδολογία των επιστημών, όπου σήμερα κυριαρχούν τα μηχανιστικά πρότυπα των Κουν, Λάκατος, το ομιχλώδες τοπίο του Φαγιεράμπεντ, και πολύ φοβάμαι ότι ειδικά στην Ελλάδα, θάλλει ακόμα το Τρακτάτους του Βιτγκενστάιν, το ζήτημα της αλήθειας ως φιλοσοφικής κατηγορίας βέβαια, η ηθική κ.τ.λ.
Εξαίρεση αποτελεί «άρθρο συνεργάτη» στον «Ρ» 13/01/11, του καθηγητού μαθηματικών στο πανεπιστήμιο Πατρών, Σ. Λειβαδά, με τίτλο «τα όρια της επιστημονικής γνώσης», που βέβαια απηχεί τις απόψεις του συγγραφέα. Δεν νοείται όμως, ένα άρθρο δημοσιευμένο στο όργανο του Κόμματος, να περιέχει πλήθος φιλοσοφικών ολισθημάτων, και να μένει αναπάντητο.
Η αντιμετώπιση της «θεωρίας» της μεγάλης έκρηξης, σαν επιστημονικής υπόθεσης, μη αποδείξιμης όμως σε κάθε περίπτωση, η αναγωγή του ουσιαστικά αγνωστικισμού του Comteσε «χειραφέτηση της δυτ. Φιλοσοφίας από τον ιδεαλισμό», των διαφόρων ρευμάτων του θετικισμού, ο οποίος υποβάθμισε τελικά την φιλοσοφία σε συντακτικό, της φαινομενολογίας με την υπερβατική αλήθειά της, σε «απόρριψη του ιδεαλιστικού εποικοδομήματος», και πολλά ακόμη, θεωρώ ότι απαιτούσαν μιαν απάντηση.
Ολα αυτά τα κινήματα, αναπαρήγαγαν ουσιαστικά την αντίθεση υλισμού - ιδεαλισμού, υπό μηχανιστική - ιδεαλιστική μάλιστα προοπτική, και θεώρησαν ότι αποφάνθηκαν οριστικές απαντήσεις σε ερωτήματα της παραδοσιακής φιλοσοφίας, την οποία ωστόσο η συντριπτική τους πλειοψηφία απέρριπτε ως«α-νόητης» (non-sensical).
Τέλος ο Σ. Ξενικουδάκης, πριν μερικούς μήνες, έκανε κάποια αναφορά στο ιδεολόγημα της «Μεγάλης Εκρηξης» διατυπώνοντας ορθή κατά τη γνώμη μου άποψη. Να σημειώσω εδώ, ότι αυτό αποτελεί κυρίαρχο «παράδειγμα» σήμερα, όχι μόνο στην «επιστημονική κοινότητα», αλλά και σε μια μεγάλη μερίδα του κόσμου, που στον έναν ή άλλον βαθμό, ενδιαφέρονται για τέτοιου είδους θέματα.
Ουσιαστικά αποτελεί μια παραλλαγή της «δημιουργίας», επενδυμένης με επιστημονικό επίχρισμα. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η καθολική εκκλησία έχει αποδεχθεί αυτήν την άποψη, θεωρώντας την ακριβώς αυτό. Την «επιστημονική» επιβεβαίωση της δημιουργίας του κόσμου από κάποιον θεό. Κι όμως ποτέ δεν έχει γίνει κάποια εκτενής αναφορά στο θέμα.
Ολα τα παραπάνω αποτελούν ένδειξη της ένδειας της φιλοσοφικής παρέμβασης από το κόμμα.
4. Οι επιστήμες και η τεχνολογία γνώρισαν τις τελευταίες δεκαετίες μια τεράστια ανάπτυξη. Ωστόσο, η μεγάλη πλειοψηφία του λαού ζει μέσα στις αυταπάτες και τη φενάκη της θρησκείας και του μυστικισμού. Κάτω από την ασβόλη της αδιαφάνειας των κοινωνικών σχέσεων του καπιταλισμού, βρίθουν η πίστη στα θαύματα, στα μέντιουμ, στις αιρέσεις και στην ελπίδα της ζωής στο επέκεινα. Η ιδεολογική επικυριαρχία της θρησκείας είναι ισχυρότατο όπλο στην προσπάθεια διατήρησης του κοινωνικού status, καθώς είναι «μια ανεστραμμένη συνείδηση του κόσμου (...) η θαλπωρή ενός άκαρδου κόσμου, το πνεύμα ενός κόσμου απ' όπου το πνεύμα έχει λείψει. Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού» (Μαρξ «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας», εκδ. Παπαζήση, σ.17).
Η κριτική της θρησκείας αποτελεί βασικό στοιχείο στο έργο του Μαρξ. Και μάλιστα ασκείται όχι από την πλευρά του «ορθού λόγου» - κάτι τέτοιο θα ήταν Βολταίρος, όχι Μαρξ - όπως πολύ εύστοχα είπε ο Ποντύ νομίζω. Ασκείται από την πλευρά του «στεναγμού του καταπιεζόμενου πλάσματος» = αποπροσανατολισμός. Η κριτική της θρησκείας είναι εγγενές στοιχείο της προσπάθειας μετασχηματισμού της κοινωνικής πραγματικότητας. Δεν νοείται να απουσιάζει από τις δράσεις για την πραγμάτωση αυτής της προοπτικής.
Η θρησκευτικότητα του ατόμου δεν μπορεί να θεωρείται «ιδιωτική υπόθεση» του καθένα. Είναι σε τελική ανάλυση κοινωνική υπόθεση, καθώς αυτό το ίδιο το θρησκευτικό φαινόμενο είναι κοινωνικό, γέννημα μίας α-συνείδητης εν πολλοίς απόπειρας, να ερμηνεύσει ιδεολογικά, άρα εν τέλει ιδεαλιστικά, το γίγνεσθαι του Είναι (ορθότερα το Γίγνεσθαι - Είναι) και ειδικότερα, ίσως μάλιστα κυρίως, της ανθρώπινης Ιστορίας.
Και η κυρίαρχη ιδεολογία επιτάσσει το φαινόμενο αυτό, αξιοποιώντας το ως παράγοντα αποκαθορισμού του κοινωνικού, από τους όντως καθορισμούς του. Και σαν τέτοιο πρέπει να ιδωθεί. Και από την άλλη βέβαια, ο αστικός αθεϊσμός, η άλλη όψη του νομίσματος, που είτε σαν βιολογικός αναγωγισμός, είτε σαν αντίληψη της θρησκείας ως πλάνης, αναπαράγει ουσιαστικά την αστική κοσμοεικόνα, θεωρώντας πως μέσω της επιστήμης, είναι δυνατόν να την υπερβεί.
Προτάσεις:
1. Δημιουργία μόνιμης στήλης φιλοσοφικού περιεχομένου στον «Ρ», ο οποίος βέβαια, ειρήσθω εν παρόδω, απαιτεί μια συνολική αναθεώρηση της γλωσσικής μορφής του. Εκφράσεις ας πούμε όπως «πίνουν το αίμα του λαού» ή «πλουτοκρατία» (αλήθεια τι σημαίνει αυτός ο όρος!) δεν είναι δόκιμοι για την περιγραφή.
2. Να απαλλαγεί το κόμμα από το «ταμπού» της κριτικής στη θρησκεία.
3. Να δημιουργηθεί τμήμα φιλοσοφίας στην ΚΕ.

Ιωάννης Αφεντουλιδης
Θεσσαλονίκη

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου